Η πολιτική της ήπιας ρήξης – The Analyst
ΓΕΩΟΙΚΟΝΟΜΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η πολιτική της ήπιας ρήξης

.

21

.

Η Ελλάδα πρέπει να πάψει να σκύβει το κεφάλι, αλλάζοντας αμέσως στάση απέναντι στη Γερμανία – να επιλέξει τη λελογισμένη αλλά αποφασιστική σύγκρουση μαζί της με όλα τα ρίσκα που συνεπάγεται κάτι τέτοιο, χωρίς όμως την πρωτοβουλία της απόφασης εξόδου από την Ευρωζώνη.

.

(Το άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)

.

Θα πρέπει να πάψουν να υπογράφονται μνημόνια και να εφαρμόζονται νέα μέτρα, να σταματήσει αμέσως η πολιτική της υποτέλειας και των υποκλίσεων, καθώς επίσης να δοθεί οριστικό τέλος στη διεθνή ζητιανιά ακόμη και αν η Ελλάδα χρεοκοπήσει, εκβιαζόμενη στην έξοδο από την Ευρωζώνη” (πηγή).

.

Ανάλυση   

Σε μία χώρα που έχει μετατραπεί πια σε αποικία, έχουν ελάχιστο νόημα οι πολιτικές ιδεολογίες, χωρίς φυσικά να τις υποτιμάει κανείς – επειδή προηγείται το να είναι όλοι ενωμένοι. Το κυρίως ζητούμενο είναι η ανάκτηση της εθνικής της κυριαρχίας που προϋποθέτει την επιστροφή της σε μία βιώσιμη, μη συγκυριακή πορεία ανάπτυξης – η οποία, κατά την άποψη μας, δεν είναι δυνατόν να εξασφαλισθεί χωρίς το διακανονισμό των δημοσίων και ιδιωτικών χρεών.

Ο λόγος είναι το ότι, εάν δεν προηγηθεί ο διακανονισμός των χρεών, δεν μπορεί να αποκατασταθεί η πιστοληπτική ικανότητα και των δύο τομέων, οπότε δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ο απαραίτητος δανεισμός για τη διεξαγωγή επενδύσεων – όπου, σε εποχές παρατεταμένης ύφεσης, προηγείται το δημόσιο και ακολουθούν οι ιδιώτες. Για παράδειγμα, ακόμη και αν είχαν να δανείσουν χρήματα οι ελληνικές τράπεζες δεν θα έβρισκαν σε ποιούς θα τα έδιναν – αφού είτε δεν υπάρχουν αξιόχρεοι οφειλέτες, είτε κανένας δεν δανείζει μελλοντικούς ανέργους ή υπό χρεοκοπία επιχειρήσεις, είτε δεν θέλουν να χρεωθούν αυτοί που θα μπορούσαν, αφού δεν βλέπουν καμία μελλοντική προοπτική και φοβούνται να αναλάβουν ρίσκα. Οι επενδύσεις με τη σειρά τους δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, αυξάνουν τα εισοδήματα των εργαζομένων/επιχειρηματιών και τονώνουν τη ζήτηση/κατανάλωση – οπότε απαιτούνται καινούργιες επενδύσεις για να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση κοκ., με αποτέλεσμα η οικονομία της χώρας να εισέρχεται στον ανοδικό (ενάρετο) σπειροειδή κύκλο της ανάπτυξης.

Αναφερόμενοι βέβαια σε επενδύσεις δεν εννοούμε τις αποκρατικοποιήσεις, αφού δεν πρόκειται για νέες δραστηριότητες – πόσο μάλλον όταν είναι σκανδαλώδεις, όπως η πρόσφατη της FRAPORT, όπου ουσιαστικά το δημόσιο πλήρωσε για να πουλήσει μόνο τα κερδοφόρα αεροδρόμια κρατώντας τα ζημιογόνα, οπότε δεν μείωσαν ούτε καν το χρέος. Εκτός αυτού, οι κερδοφόρες δημόσιες εταιρείες που εκποιούνται σε ξένους αυξάνουν μεν τις εισπράξεις του δημοσίου για το χρόνο που διενεργούνται, αλλά μειώνουν τα έσοδα του προϋπολογισμού στο διηνεκές, αφού χάνει τα κέρδη τους (μερίσματα) – ενώ, ακόμη χειρότερα, τα κέρδη οδηγούνται στο εξωτερικό, κλιμακώνοντας σταδιακά τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, οπότε τα εξωτερικά χρέη της χώρας.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως δεν πρέπει να διενεργηθούν ιδιωτικοποιήσεις, με εξαίρεση τις κοινωφελείς και στρατηγικές επιχειρήσεις του Δημοσίου, όπως για παράδειγμα οι εταιρείες ύδρευσης και ενέργειας που έχουν βάλλει στο στόχαστρο τους οι Γάλλοι και οι Γερμανοί – αφού το κράτος δεν είναι ο καταλληλότερος επιχειρηματίας, οπότε πρέπει να διατηρήσει στην ιδιοκτησία του μόνο τους παραπάνω κλάδους. Είναι όμως σημαντικό να προτιμηθούν Έλληνες, έντιμοι και ικανοί φυσικά, για να παραμείνουν τα έσοδα εντός της χώρας – ενώ ως σπουδαιότερο θεωρούμε το να δρομολογηθούν οι ιδιωτικοποιήσεις όταν αρχίσει να αναπτύσσεται η οικονομία, έτσι ώστε να μην πουληθούν οι δημόσιες επιχειρήσεις σε εξευτελιστικές τιμές.

40

Επόμενο σημείο είναι η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης και των μνημονίων, η οποία πρέπει να σταματήσει πια – μεταξύ άλλων επειδή έχουν επιτευχθεί οι στόχοι της, όπως η ανταγωνιστικότητα των μισθών που είναι πλέον οι χαμηλότεροι στην Ευρωζώνη, με το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος να αποτελεί το δεύτερο μικρότερο μετά τη Γερμανία (γράφημα). Το έλλειμμα της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας που συνεχίζει να υπάρχει μηδενίζεται μόνο με τη διεξαγωγή επενδύσεων – ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι πια ισορροπημένο, οπότε τα μνημόνια είναι περιττά.

Φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζονται επί πλέον μεταρρυθμίσεις, όπως στο δημόσιο – όπου όμως δεν υπάρχει λόγος μείωσης των εργαζομένων ή των αμοιβών τους, αφού ο αριθμός τους είναι ανάλογος με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη. Αυτό που απαιτείται είναι η αποτελεσματικότερη λειτουργία του, καθώς επίσης η καταπολέμηση της διαφθοράς και της διαπλοκής – ενώ κάτι ανάλογο πρέπει να γίνει με τους υπόλοιπους Θεσμούς, οι οποίοι έχουν τεράστια ελλείμματα (άρθρο).

Η πολιτική των μνημονίων

Περαιτέρω, έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά πως τα μνημόνια που επιβλήθηκαν στη χώρα μας ήταν ένα εκ προμελέτης έγκλημα – όπως άλλωστε η υπαγωγή της στο ΔΝΤ, το PSI, οι παράνομες δανειακές συμβάσεις με κριτήριο το Σύνταγμα μας κοκ. Το κόμμα δε που τάθηκε από την αρχή εναντίον των μνημονίων ήταν η ΝΔ του κ. Σαμαρά – ο οποίος στη συνέχεια αντιστάθηκε μεν στην τήρηση τους, αλλά συμβιβάσθηκε λόγω των πιέσεων που του ασκούταν από τους πιστωτές, κυρίως όμως από την παράταξη, με την οποία συγκυβερνούσε.

Ο κ. Σαμαράς αύξησε τις δαπάνες του δημοσίου, μεταξύ άλλων με το επίδομα του 2014, ενώ άλλαξε το ίδιο έτος σημαντικά την πολιτική των μνημονίων, όπως έχουμε τεκμηριώσει με νούμερα (πηγή) – με αποτέλεσμα τότε να επιτευχθεί ένας μικρός ρυθμός ανάπτυξης, δίνοντας για πρώτη φορά προοπτική στην οικονομία μας.

Αντίθετοι και άρα υπέρ των μνημονίων ήταν τότε τόσο ο σημερινός αντιπρόεδρος του κόμματος, όσο και ο πρόεδρος του – ο οποίος σήμερα υπόσχεται παραδόξως στους Έλληνες την ανάληψη της «ιδιοκτησίας των μνημονίων», άρα την πιστή τήρηση τους! Προφανώς υποθέτει πως απευθύνεται σε εντελώς ανόητους Πολίτες, τους οποίους μπορεί να πείσει ισχυριζόμενος ότι θα μειώσει τη φορολογία και θα αυξήσει τις επενδύσεις – παρά το ότι τίποτα από τα δύο δεν μπορεί να επιτευχθεί με την ταυτόχρονη εφαρμογή της πολιτικής των μνημονίων, πόσο μάλλον χωρίς το διακανονισμό των χρεών.

Βέβαια όπως η κυβέρνηση, έτσι και η αξιωματική αντιπολίτευση ισχυρίζονται πως δεν υπάρχει καμία άλλη λύση (ΤΙΝΑ), εάν θέλουμε να παραμείνουμε εντός της Ευρωζώνης – εκτός από τα μνημόνια στο διηνεκές (μετά το 2018 μέσω του ESM), καθώς επίσης από την πολιτική της υποτέλειας και των υποκλίσεων. Ακόμη όμως και αν ήταν έτσι, η δήθεν υφιστάμενη λύση ασφαλώς δεν είναι λύση – αφού δεν θα μας επιτρέψει ποτέ να ανακτήσουμε την εθνική μας κυριαρχία. Οδηγεί δε επί πλέον στην υφαρπαγή του δημοσίου και ιδιωτικού μας πλούτου σε συνθήκες κυλιόμενης χρεοκοπίας, ενώ μετατρέπει σταδιακά εμάς και τα παιδιά μας σε εξαθλιωμένους σκλάβους χρέους – σε δουλοπάροικους καλύτερα της γερμανικής κυρίως βιομηχανίας.

Όταν θα ξεκινήσουν πάντως οι ηλεκτρονικές κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί από τις αφελληνισμένες πλέον τράπεζες, σε συνθήκες αγγλικού δικαίου, τότε θα καταλάβουμε τι ακριβώς «παίζεται» – ενώ μπορεί μεν κάποιες επιχειρήσεις ή νοικοκυριά να διαχειρίσθηκαν άσχημα τα οικονομικά τους, οπότε εύλογα πληρώνουν το αντίτιμο, αλλά οι περισσότεροι είναι θύματα της ύφεσης και των μνημονίων, της ανεργίας, της κατακόρυφης μείωσης των μισθών, της κατάρρευσης του τζίρου λόγω ύφεσης, της πτώσης των τιμών των ακινήτων για τις ίδιες αιτίες κοκ.

Συνεχίστε στη 2η σελίδα (…)


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading