Στο ίδιο κείμενο, στο οποίο αναλύσαμε τότε τις ευθύνες όλων των συμμετεχόντων, συμπληρώσαμε τα εξής: “Η Ελλάδα εν προκειμένω αποτελεί μία «ιδιάζουσα» περίπτωση, αφού κατέφυγε στο ΔΝΤ πριν ακόμη διαπιστώσει την αδυναμία δανεισμού της. Όπως αναφέρουν τα διεθνή ΜΜΕ, «συνθηκολόγησε» χωρίς καν να αντιμετωπίσει τον «εχθρό». Παραλληλίζοντας τώρα τον «οικονομικό» πόλεμο με το «συμβατικό», θα ήταν σαν η κυβέρνηση μας να είχε παραδώσει τη χώρα στον εχθρό, πριν ακόμη πλησιάσει στα σύνορα της – χωρίς να δώσει δηλαδή την παραμικρή μάχη”.
Φυσικά θα μπορούσε κανείς να «αντιτάξει» ότι, υπήρχε πολύ σοβαρός λόγος, «υπό το βάρος του οποίου» υποχρεώθηκε η Ελλάδα να προσφύγει στο ΔΝΤ. Όμως, πως είναι δυνατόν να δεχθεί κανείς ότι, μία χώρα με τόσο αξιόλογους οικονομικούς «πυλώνες» (τουρισμός, ναυτιλία, γεωργία), με το μικρότερο συνολικό χρέος μεταξύ όλων ανεξαιρέτως των κρατών της Ευρωζώνης (άρθρο μας), με δημόσια περιουσία μεγαλύτερη από πολλές άλλες χώρες (άνω των 300 δις €, όταν στη Μ. Βρετανία ανήκει πλέον μόνο μία γέφυρα), καθώς επίσης με «απτή» τη δυνατότητα ιδιωτικοποίησης του δημοσίου χρέους της (Εθνικά Ομόλογα), είχε πραγματικά λόγο να εκχωρήσει την εθνική της κυριαρχία; Πόσο μάλλον να υπογράψει «άνευ όρων» ένα «εγκληματικό μνημόνιο», χωρίς να αναζητήσει υπεύθυνα υγιείς διεξόδους; Ή, έστω, να προσφύγει στην ύστατη λύση, στη στάση πληρωμών, γνωρίζοντας πολύ καλά την διαπραγματευτική ισχύ μίας χώρας-μέλους της Ευρωζώνης, η οποία δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την Αργεντινή;
Προφανώς, κανένας υπεύθυνος «παρατηρητής» δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί τέτοιου είδους «σοβαρούς λόγους». Ευτυχώς βέβαια για όλους εμάς τους Πολίτες, αλλά, κυρίως, για το μέλλον της Ευρώπης, κανένα άλλο κράτος δεν φαίνεται διατεθειμένο να ακολουθήσει το θλιβερό «παράδειγμα» της χώρας μας – με εξαίρεση την Ιρλανδία η οποία όμως, αφενός μεν έχει πενταπλάσιο συνολικό χρέος από την Ελλάδα, αφετέρου «σύρθηκε» από την κυβέρνηση της, αφού ανάγκασε τους Πολίτες της να αναλάβουν τα «επαχθή», εγκληματικά και ανεύθυνα χρέη των ανεπαρκών τραπεζιτών τους (κάτι που ευτυχώς αρνήθηκαν οι Ισλανδοί, στέλνοντας στα Δικαστήρια τόσο τον πρωθυπουργό, όσο και τα διευθυντικά στελέχη των τραπεζών τους).
Οι επικίνδυνες προσπάθειες αποκρατικοποίησης της εξουσίας λοιπόν, με τη βοήθεια της εγκατάστασης σκιωδών κυβερνήσεων, δεν φαίνεται να «ευοδώνονται», παρά την πάσης φύσεως προπαγάνδα – αφού προσκρούουν στις υγιείς αντιστάσεις των επομένων «υποψηφίων», οι οποίοι έχουν μάλλον κατανοήσει τα «παιχνίδια εξουσίας», αρνούμενοι να εκχωρήσουν την εθνική τους κυριαρχία.
.
Η ΟΥΓΓΑΡΙΑ
“Η άρνηση της ουγγρικής κυβέρνησης να συνεχίσει την πολιτική εθνικής υποτέλειας των προκατόχων της, προκάλεσε αντιδράσεις από τους Ευρωπαίους – αλλά και από το ΔΝΤ, το οποίο μίλησε για θαρραλέο, αλλά επικίνδυνο βήμα. Ο υπουργός οικονομικών της ήταν σαφέστατος, όταν αναφέρθηκε στη θέση της κυβέρνησης του, απέναντι στο «μνημόνιο» που είχαν υπογράψει οι προκάτοχοι του σοσιαλιστές: «Το κληρονομήσαμε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και θα θέλαμε να καταργήσουμε τις ατυχείς συνέπειες αυτών των βημάτων. Είπαμε στους εταίρους μας ότι δεν εξετάζουμε σε καμία περίπτωση τη λήψη πρόσθετων μέτρων λιτότητας», διακήρυξε χωρίς περιστροφές”.
Το παραπάνω κείμενο, το οποίο γράφτηκε στον Τύπο, μας οδηγεί υποχρεωτικά στο συμπέρασμα ότι, ανεξάρτητα από την ικανότητα ή μη μίας κυβέρνησης να διοικήσει τη χώρα της, θα πρέπει να αλλάζει – απλά και μόνο για να πάψουν να έχουν ισχύ όλα όσα έχει υπογράψει αυθαίρετα: το «άνευ όρων» μνημόνιο δηλαδή, σε συνδυασμό με τη δανειακή σύμβαση.
Περαιτέρω, η πρώτη ενέργεια της ουγγρικής κυβέρνησης, η οποία επέλεξε να αντιμετωπίσει την κρίση όχι εις βάρος των Πολιτών της (όπως έκαναν η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Μ. Βρετανία κλπ), αλλά με τη συνδρομή των, πολυεθνικών κυρίως, επιχειρήσεων, ήταν η επιβολή ειδικού φόρου στις τράπεζες – ενδεχομένως να ακολουθήσει η Ρουμανία, καθώς επίσης η Λετονία (υπάρχουν «φόβοι», ελπίδες καλύτερα, για ολόκληρη την Αν. Ευρώπη). Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί, αφορά τα οικονομικά μεγέθη των τριών αυτών κρατών, καθώς επίσης της Ελλάδας για σύγκριση:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Μεγέθη 2007 σε δολάρια
Μεγέθη |
Ουγγαρία |
Ελλάδα |
Ρουμανία |
Λετονία |
Εργαζόμενοι |
4,19 εκ. |
4,94 εκ. |
9,35 εκ. |
1,59 εκ. |
ΑΕΠ |
118,40 δις |
237,90 δις |
86,84 δις |
28,57 δις |
Κατά κεφαλή εισόδημα |
19.500 |
30.500 |
11.100 |
16.700 |
Δημόσιο χρέος / ΑΕΠ* |
70,20% |
81,70% |
18,70% |
15,70% |
Εξαγωγές |
85,73 δις |
25,76 δις |
39,62 δις |
17,09 δις |
Εισαγωγές |
85,99 δις |
79,92 δις |
63,16 δις |
22,64 δις |
Εμπορικό Ισοζύγιο |
-0,26 δις |
-54,16 |
-23,54 δις |
-5,55 δις |
Έλλειμμα Ισοζυγίου/ΑΕΠ |
0,22% |
22,76% |
27,10% |
19,42% |
Εξωτερικό χρέος |
142,9 δις |
371,50 δις |
85,86 δις |
22,70 δις |
* Πρόβλεψη. Σύμφωνα με τον Ελληνικό προϋπολογισμό (2009), το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης το 2007 ανήλθε στο 105% του ΑΕΠ – της γενικής κυβέρνησης στο 94,8% του ΑΕΠ (ΑΕΠ 228,18 δις €)
Πηγή: IQ
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Η αμέσως επόμενη ενέργεια της νέας ουγγρικής κυβέρνησης, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τις μαζικές διαμαρτυρίες των πολυεθνικών, ήταν η επιβολή φόρου επί του τζίρου τους, αναδρομικά από το 2009 (πολύ σωστά αφού, όπως έχουμε πολλές φορές αναφέρει στο παρελθόν, οι επιχειρήσεις αυτές σχεδόν κατά κανόνα «φοροαποφεύγουν», με τη βοήθεια της «μεταφοράς» κερδών, μέσω διαφόρων τεχνασμάτων, όπως του γνωστού μας «transfer pricing» – χρέωση των προϊόντων τους από τη μητρική «κατά το δοκούν»). Η φορολόγηση αυτή, με διαφορετικό συντελεστή για κάθε κλάδο, έχει ως εξής:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Φορολογικοί συντελεστές επί του τζίρου στην Ουγγαρία
Κλάδος |
Συντελεστής επί του τζίρου |
Λιανικό Εμπόριο* |
2,5% |
Τηλεπικοινωνίες** |
6,5% |
Εταιρείες ενέργειας |
9,0% |
* Η γερμανική Rewe, με ετήσιο τζίρο στην Ουγγαρία 470 εκ. € (183 υποκαταστήματα Penny), υποχρεώθηκε σε φόρους 11,75 εκ. €
** Η θυγατρική της Deutsche Telekom πλήρωσε περί τα 100 εκ. €
Πηγή: MM
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Φυσικά οι πολυεθνικές εταιρείες, κυρίως οι γερμανικές, αντέδρασαν έντονα, δια μέσου των κυβερνήσεων των χωρών τους, ισχυριζόμενες ότι η φορολογία είναι άδικη («ρατσιστική»!), ενώ θα μειώσει τόσο τις μελλοντικές επενδύσεις τους στην Ουγγαρία, όσο και το ρυθμό ανάπτυξης της Οικονομίας της (κατά 0,3%, με τον πληθωρισμό να ενισχύεται κατά 0,1%). Το Καρτέλ δηλαδή «απείλησε» τη χώρα με την εγκατάλειψη της, γεγονός που θα είχε σαν αποτέλεσμα την περιθωριοποίηση της. Εν τούτοις, η κυβέρνηση της Ουγγαρίας παρέμεινε σταθερή στην απόφαση της, έχοντας την άποψη ότι, δεν πρέπει να συμμετέχουν μόνο οι Πολίτες της στις προσπάθειες διάσωσης της χώρας, αλλά και το Καρτέλ.
Ολοκληρώνοντας, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν οι προσπάθειες της Ουγγαρίας θα έχουν τελικά τα, αναμενόμενα από την κυβέρνηση της, αποτελέσματα – αφού οι εχθροί της είναι πανίσχυροι. Σε κάθε περίπτωση όμως, η χώρα προσπαθεί να βρει λύσεις, οι οποίες δεν θα επιβαρύνουν μόνο τους Πολίτες της, οδηγώντας τους στην εξαθλίωση – ενώ μάχεται ταυτόχρονα για την εθνική της ανεξαρτησία.