Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ

Όταν το ΔΝΤ «επισκέπτεται» μία χώρα, η διαφορά δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη, σε σχέση με τη φυσική καταστροφή που θα προκαλούσε ένας βομβαρδισμός εκ μέρους του ΝΑΤΟ – το αποτέλεσμα για τη χώρα «υποδοχής» του, είναι σχετικά το ίδιο: η απόλυτη καταστροφή της.
.
Είναι πραγματικά απίστευτο, δεν είναι εύκολο δηλαδή να κατανοήσει κανείς το πώς κατάφερε η Πολιτική μίας τόσο πλούσιας χώρας, όπως η Ελλάδα, να την οδηγήσει στην αδυναμία πληρωμών των οφειλών της – από εκεί, αμέσως μετά, χωρίς ουσιαστικά την παραμικρή προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης δανεισμού (την οποία μόνοι μας προκαλέσαμε), στα νύχια του ΔΝΤ. Πόσο μάλλον όταν η «διαχείριση» του ελάχιστου συγκριτικά συνολικού χρέους της, δημοσίου και ιδιωτικού, ήταν κάτι παραπάνω από εφικτή – όπως έχει πρόσφατα επισημάνει ακόμη και η τράπεζα των τραπεζών.
.
Είναι εμφανές λοιπόν ότι, η Ελλάδα έχει, από δεκαετίες τώρα, ένα τεράστιο «έλλειμμα διακυβέρνησης», το οποίο δεν περιορίζεται στα στενά πλαίσια της εκάστοτε ηγετικής της ομάδας. Για παράδειγμα, η Εθνική Τράπεζα, όπως πολλές άλλες εταιρείες και χώρες, ανεξάρτητα από τον όποιο διευθύνοντα σύμβουλο της, επιτυγχάνει συνήθως τα καλύτερα αποτελέσματα – συγκριτικά με τα υπόλοιπα Ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Αυτό οφείλεται προφανώς στο υγιές ευρύτερο στελεχιακό δυναμικό της, το οποίο λειτουργεί από μόνο του εξαιρετικά επιτυχημένα. Δυστυχώς, εδώ ακριβώς αποτυγχάνει διαχρονικά η χώρα μας, η οποία, κατά τα φαινόμενα, δεν διαθέτει ανάλογο «κρατικό μηχανισμό» – γεγονός που μας οδηγεί στο «οδυνηρό συμπέρασμα» ότι, μόνο η «δημιουργική καταστροφή» του υφιστάμενου μηχανισμού, ενδεχομένως με τη βοήθεια της «χρεοκοπίας», θα μπορούσε να «επιφέρει» την απαιτούμενη αλλαγή του.

 Ειδικότερα, όπως έχουμε ήδη αναλύσει, η Ελλάδα θα μπορούσε να επιλύσει σχετικά εύκολα τα προβλήματα της, εάν η ηγεσία της είχε αντιληφθεί έγκαιρα τους κινδύνους (ίσως ακόμη δεν είναι πολύ αργά), με την εξής απλή «διαδικασία»:

Με τις προβλέψεις 2010 (Πίνακας Ι), το δημόσιο χρέος θα ήταν περίπου 129% του ΑΕΠ – οπότε το ιδιωτικό 123% του ΑΕΠ (240 δις € ΑΕΠ). Εάν λοιπόν οι Έλληνες επιχειρηματίες (τράπεζες κλπ) επένδυαν το 40% του ΑΕΠ σε κρατικά περιουσιακά στοιχεία, τότε το δημόσιο χρέος θα περιοριζόταν στο 89% του ΑΕΠ – ενώ το ιδιωτικό θα αυξανόταν στα 163% του ΑΕΠ (στα επίπεδα του Καναδά).

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Συνολικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό – Προβλέψεις 2010

Χώρα

Συνολικό Χρέος*

Δημόσιο Χρέος**

Ιδιωτικό Χρέος

Ελλάδα

252%

128,90

123,1%

Γερμανία

285%

76,70

208,3%

Ιταλία

315%

116,70

198,3%

Γαλλία

323%

82,50

240,5%

Πορτογαλία

323%

84,60

238,4%

Μ. Βρετανία

466%

80,00

386,0%

Πηγή: Συνδυασμός στοιχείων από Κομισιόν, McKinsey Global Institute και μελέτη της Deutsche Bank, σύμφωνα με την οποία το ιδιωτικό χρέος της Ελλάδας είναι 123% του ΑΕΠ, ενώ της Πορτογαλίας 239%

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

*    Δημόσιο και ιδιωτικό, εσωτερικό και εξωτερικό

**   Πρόβλεψη 2010, από τις αρχές του έτους

Σημείωση: Στον ιδιωτικό τομέα, σε αντίθεση με το δημόσιο, η αξία των παγίων περιουσιακών στοιχείων προσμετρείται στο ενεργητικό, «μειώνοντας» το παθητικό – οπότε το συγκριτικό με την Ελλάδα συνολικό χρέος άλλων κρατών είναι πρακτικά μεγαλύτερο, από αυτό που φαίνεται στον Πίνακα Ι.

Σε μία τέτοια περίπτωση, η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας θα ήταν σχετικά ικανοποιητική, χωρίς καμία ουσιαστική διαφοροποίηση, οπότε η πιστοληπτική της ικανότητα (αξιολόγηση) θα παρέμενε σε φυσιολογικά επίπεδα. Επομένως, δεν θα είχε κανένα πρόβλημα δανεισμού ή «εμπλοκής» του ΔΝΤ στα εσωτερικά της – πόσο μάλλον εάν απευθυνόταν για δανεισμό σε νέες «πηγές» (Κίνα, Ρωσία, Αραβία κλπ), ως όφειλε, αν μη τι άλλο για τη διασπορά των κινδύνων.

Η ανάληψη βέβαια χρέους (επενδύσεις, ανάπτυξη) εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα, προϋποθέτει την εμπιστοσύνη του απέναντι στο κράτος – όπως διαπιστώνεται από τη Γαλλία, όπου το ιδιωτικό χρέος είναι τριπλάσιο του δημοσίου (στην Ελλάδα, το ιδιωτικό χρέος είναι χαμηλότερο του δημοσίου). Η εμπιστοσύνη όμως αυτή δεν υπάρχει στη χώρα μας (κρίση εμπιστοσύνης), με την αποκατάσταση της να αποτελεί τη μεγαλύτερη φροντίδα όποιας κυβέρνησης θα επιθυμούσε πραγματικά να οδηγήσει την Ελλάδα στη θέση που της αξίζει.

Δυστυχώς τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη και η Ελλάδα οδηγήθηκε στο ΔΝΤ χωρίς καν να ερωτηθούν οι Πολίτες της, καθώς επίσης χωρίς να ενημερωθούν προηγουμένως για τις «εγκληματικές» τακτικές του – οι οποίες συνήθως οδηγούν σε έναν θανατηφόρο στασιμοπληθωρισμό, σε απώλεια της Εθνικής κυριαρχίας και σε πολλά άλλα «δεινά». Κατ’ επέκταση, είναι «φύσει» αδύνατον να εμπιστευθεί κανείς ένα «σύστημα εξουσίας» το οποίο, παρά το ότι ψηφίζεται με κριτήριο το υποβληθέν πρόγραμμα διακυβέρνησης, είναι τόσο «αντιδημοκρατικό», τόσο υπερβολικά απολυταρχικό καλύτερα, που δεν τηρεί ούτε στο ελάχιστο τις προεκλογικές του δεσμεύσεις – «υπεξαιρώντας» εμφανώς την ψήφο των Πολιτών της χώρας του, καθώς επίσης τη στήριξη των στελεχών του.

 Σημειώνοντας ότι η Αργεντινή, μετά από αρκετά χρόνια λεηλασίας της από το ΔΝΤ, υπό την ηγεσία ενός «ενδοτικού» πρωθυπουργού, οδηγήθηκε τελικά στη χρεοκοπία, παραθέτουμε μέρος παλαιότερου άρθρου μας, σε σχέση με τα αποτελέσματα της εισβολής των συνδίκων του διαβόλου στην πάμπλουτη Βραζιλία.

.

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ

Η Βραζιλία  , η 8η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, αναζητώντας λύση στα «δανειακά» της προβλήματα, «αναγκάσθηκε» να αποδεχθεί τη «βοήθεια» του ΔΝΤ. Έναντι αυτής της βοήθειας, η κυβέρνηση της χώρας ανέλαβε την υποχρέωση να εφαρμόσει ένα αυστηρό πρόγραμμα εξοικονόμησης πόρων, περιορίζοντας το έλλειμμα του προϋπολογισμού της από το 8,1% του ΑΕΠ το 1998, στο 4,7% το 1999 – ήτοι κατά 3,4% μέσα σε ένα έτος (η Ελλάδα σήμερα έχει συναινέσει σε πολύ μεγαλύτερο περιορισμό των ελλειμμάτων της). Για να μπορέσει να επιτύχει κάτι τέτοιο, ο υπουργός οικονομικών παρουσίασε ένα πρόγραμμα, το οποίο προέβλεπε αυξήσεις φόρων, μειώσεις δημοσίων δαπανών, καθώς επίσης την αναμόρφωση του κρατικού συστήματος συντάξεων – όπως πρόσφατα ο υπουργός οικονομικών της Ελλάδας.

Η κυβέρνηση της Βραζιλίας, «μεταφέροντας» τη συμφωνία με το ΔΝΤ στους Πολίτες της χώρας, ισχυρίσθηκε, μεταξύ άλλων, ότι, η οικονομική πολιτική των επομένων ετών θα ήταν κυρίως προς όφελος των ασθενέστερων εισοδηματικών τάξεων (σίγουρα κάτι μας θυμίζει αυτό). Εν τούτοις, σύμφωνα με το οικονομικό πρόγραμμα που παρουσίασε, το 40,5% των συνολικών μειώσεων του προϋπολογισμού αφορούσε τον κοινωνικό τομέα – δηλαδή, μειώσεις στους τομείς της Υγείας, της Παιδείας κλπ (οι μειώσεις των δαπανών των υπουργείων στην Ελλάδα, με βάση τον προϋπολογισμό του 2011, είναι μηδενικές).

 Ένας από τους βασικούς πυλώνες του περιορισμού των δαπανών στον κοινωνικό τομέα, ήταν το πρόγραμμα που εγγυόταν ένα ελάχιστο κρατικό εισόδημα, στις οικογένειες χωρίς καθόλου οικονομικούς πόρους. Ο αριθμός των οικογενειών, οι οποίες θα λάμβαναν την ελάχιστη οικονομική βοήθεια το 1999, έπρεπε να μειωθεί δραστικά – από τις 14,8 εκ. οικογένειες το 1998, στις 2,5 εκ. οικογένειες το 1999 (δηλαδή, από 12.300.000 οικογένειες αφαιρέθηκε εντελώς το κρατικό επίδομα, αναγκάζοντας τες να καταλήξουν στο δρόμο)

Ένα δεύτερο σημαντικό «συστατικό» του προγράμματος της κυβέρνησης, ήταν η  αναμόρφωση του συστήματος των κρατικών συντάξεων (μειώσεις). Ένα τρίτο «μέτρο» ήταν οι αποδέσμευση των μισθών όλων των εργαζομένων από τον ετήσιο τιμάριθμο, με την αιτιολογία ότι «αναθέρμαιναν» τον πληθωρισμό, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, καθώς επίσης η μαζική απόλυση δημοσίων υπαλλήλων: «Ένα αναγκαίο κακό», σύμφωνα με την τότε κυβέρνηση, «με στόχο τη μείωση των δαπανών – πόσο μάλλον αφού η αυξημένη ανεργία, περιορίζει τις πληθωριστικές πιέσεις» (σίγουρα κάτι μας θυμίζει αυτό).

 Με σκοπό την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, ο οποίος είχε τοποθετηθεί από το ΔΝΤ, καθώς επίσης τον περιορισμό των δαπανών του δημοσίου, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αυξήσει το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού (έσοδα, αφαιρουμένων των εξόδων, χωρίς τόκους), από το 0,5% του ΑΕΠ το 1998, στα 1,8% του ΑΕΠ το 1999. Περαιτέρω, ανέλαβε την ευθύνη για την επίτευξη μακροοικονομικής σταθερότητας, για αντιπληθωριστική νομισματική πολιτική, για «απελευθέρωση» των αγορών της στο εξωτερικό (στις αμερικανικές ή ευρωπαϊκές πολυεθνικές), για άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων κλπ (επίσης κάτι θα πρέπει να μας θυμίζει).


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading