Η χρυσή μεσότητα – Σελίδα 2 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η χρυσή μεσότητα

Την ίδια εκείνη εποχή ο Minsky διατύπωσε την αντίθεση του με την κλασσική ή νεοκλασική θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι αγορές τείνουν πάντοτε προς ένα σημείο ισορροπίας, αυτόματα και χωρίς να υπάρχει ανάγκη ρύθμισης τους – υπό ορισμένες απαραίτητες προϋποθέσεις φυσικά όπως, για παράδειγμα, ο «πλήρης» ανταγωνισμός, η μη επέμβαση του κράτους στην Οικονομία ή/και «η συμμετρία» της πληροφόρησης (ισότιμη, ταυτόχρονη πρόσβαση από όλους, σε όλες οι πληροφορίες).

Όπως διαπίστωσε, οι προϋποθέσεις αυτές είναι πρακτικά ανέφικτες, ουτοπικές – με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατη η αυτορρύθμιση των αγορών, ακόμη και αν αποδεχόταν κανείς πως είναι σωστή η κλασσική θεωρία. Εν τούτοις, επρόκειτο ουσιαστικά για μία «μη θεωρία», η οποία δεν εύρισκε τρόπο πρακτικής εφαρμογής – μία θεωρία όμως που επανήλθε σήμερα στο προσκήνιο, μετά την πλήρη αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού.

Συνεχίζοντας, ο Friedman και η σχολή του Σικάγο (απόγονος ουσιαστικά του αυστριακού Hayek), διαπίστωσε την απίστευτη διαφθορά, τη διαπλοκή, το χρηματισμό, την αντιπαραγωγικότητα και την ανελευθερία του διογκωμένου δημοσίου τομέα, τασσόμενος ολοκληρωτικά υπέρ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας – υπέρ του ελάχιστου δυνατού κράτους,με μία κυβέρνηση απαραίτητη μόνο ως «φόρουμ», όπου καθορίζονται οι κανόνες του παιχνιδιού, όσο και ως διαιτητής που ερμηνεύει και εφαρμόζει τους κανόνες που έχουν αποφασιστεί”.

Επίσης έγραψε ότι, “Ο φιλελευθερισμός δίνει έμφαση στην ελευθερία , ως έσχατο στόχο και στο άτομο, ως έσχατη οντότητα της κοινωνίας….Ο φιλελεύθερος είναι υπέρμαχος της πολιτικής αποκέντρωσης…..Υπάρχουν δύο μόνο τρόποι συντονισμού των δραστηριοτήτων εκατομμυρίων ανθρώπων:

Ο ένας είναι η κεντρική διεύθυνση, ο κομμουνισμός λοιπόν, ο οποίος περιλαμβάνει τη χρήση του καταναγκασμού – η τεχνική του στρατού και του σύγχρονου ολοκληρωτικού κράτους. Ο άλλος είναι η οικιοθελής συνεργασία των ατόμων – η ελεύθερη αγορά, με αμφίπλευρα εθελούσιες και ενημερωμένες συναλλαγές μεταξύ ελεύθερων μεν από τα κρατικά δεσμά, αλλά απολύτως πιστών στους κοινά ψηφισμένους νόμους ατόμων”.

Ακολουθώντας την πεποίθηση του με θρησκευτική ευλάβεια και με τις μεθόδους των «σταυροφόρων», πείθοντας παράλληλα απόλυτα τους Reagan και Thatcher, έγινε ο πατέρας του «δόγματος του σοκ» – απαιτώντας την ολοκληρωτική ιδιωτικοποίηση των πάντων.

Προφανώς απέτυχε παταγωδώς, αφού ο ιδιωτικός τομέας, δημιουργώντας τα γνωστά μας μονοπωλιακά, αχόρταγα και αδηφάγα τέρατα, μας οδηγεί στη μία κρίση μετά την άλλη – με μεγέθη (φούσκες) που συνεχώς αυξάνονται, απειλώντας να καταστρέψουν τόσο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, όσο και ολόκληρο τον πλανήτη.

Η αυστριακή φιλελεύθερη σχολή βέβαια θεωρεί ότι, οι «εκτροπές» οφείλονται στις παρεμβάσεις του κράτους στην ελεύθερη λειτουργία της αγοράς – όπως στην πρόσφατη περίπτωση της διάσωσης των μεγάλων τραπεζών από τη χρεοκοπία. Ενδεχομένως δε να έχει απόλυτο δίκιο, αφού ο καπιταλισμός είναι αδύνατον να λειτουργήσει, χωρίς τη δημιουργική καταστροφή – όπως την ανέλυσε ο επίσης αυστριακός J.Schumpeter.

Εάν λοιπόν δεν οδηγείται υποχρεωτικά στη χρεοκοπία η οποιαδήποτε ιδιωτική επιχείρηση αποτυγχάνει να ανταπεξέλθει με τη λειτουργία της, αδυνατώντας να εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της, πως είναι δυνατόν να καταπολεμηθεί σωστά το ετεροβαρές ρίσκο (όπου άλλος αναλαμβάνει τον επιχειρηματικό κίνδυνο και άλλος πληρώνει), καθώς επίσης να διασφαλισθεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός; Δεν είναι άλλωστε η αιτία της συνεχώς διογκούμενης χρηματοπιστωτικής φούσκας, η οποία δημιούργησε την τραπεζική βόμβα μεγατόνων που ευρίσκεται στα θεμέλια της Δύσης;

Στα πλαίσια αυτά, προτείνει ακόμη και την κατάργηση των κεντρικών τραπεζών – θεωρώντας πολύ σωστά ότι, αργά ή γρήγορα, παύει να υφίσταται η ανεξαρτησία τους και γίνονται «υποχείριο» της διεφθαρμένης πολιτικής (με οδυνηρά επακόλουθα για την πολιτική χρήματος, για τις κοινωνίες και για το σύστημα της ελεύθερης αγοράς).

Αποφεύγοντας εμείς τώρα να είμαστε οπαδοί κάποιου (κανένας και τίποτα δεν «δικαιούται» οπαδών στον πλανήτη) ή να τοποθετήσουμε «ετικέτες» στις θέσεις μας, έχουμε την άποψη ότι, η άριστη λύση ευρίσκεται κάπου στη μέση: στη χρυσή μεσότητα, όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης.

Ειδικότερα, σε ένα σύστημα μικτής οικονομίας, όπου το κράτος θα είχε στην ιδιοκτησία του τις κοινωφελείς, τις μονοπωλιακές κερδοφόρες, καθώς επίσης τις στρατηγικές επιχειρήσεις, ενώ όλες οι υπόλοιπες θα ανήκαν στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς καμία εξαίρεση.

Παράλληλα, το κράτος θα έπρεπε να συνεχίσει να επενδύει, μειώνοντας τη φορολογία σε περιόδους ύφεσης, ενώ θα έπρεπε να υποχρεώνεται να αποχωρεί, όταν η οικονομία θα επανερχόταν στην ανάπτυξη – γεγονός που τεκμηριώνει ότι, η πολιτική λιτότητας σε περιόδους ύφεσης είναι καταστροφική, ενώ η μοναδική, έντιμη λύση είναι το πάγωμα μέρους των χρεών, έτσι ώστε να μην εμποδίζεται η ανάπτυξη και να μην εξαθλιώνονται οι πολίτες.

Για να μπορέσει όμως να λειτουργήσει σωστά ένα τέτοιο σύστημα, χωρίς το φόβο της πολιτικής διαφθοράς, της διαπλοκής, της ανεπάρκειας, της ανικανότητας κλπ., θα έπρεπε να συμμετέχουν ενεργητικά όλοι οι πολίτες στα κοινά – ψηφίζοντας οι ίδιοι τους κανόνες του παιχνιδιού, επιβλέποντας την τήρηση τους, νομοθετώντας και ελέγχοντας καθημερινά την εκάστοτε κυβέρνηση (με τη βοήθεια της αντικατάστασης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας από την άμεση, μέσω αλλαγής του συντάγματος).

Άλλη λύση δυστυχώς δεν υπάρχει, όσο και αν ψάξει κανείς – εάν φυσικά δεν θεωρήσουμε λύση τον μονοδιάστατο, άκρως νεοφιλελεύθερο και αστυνομικό δικομματισμό των Η.Π.Α. ή το αντίπαλο δέος του: το μονοκομματικό, ακόμη πιο αστυνομικό, ανελεύθερο και μερκαντιλιστικό κρατικό καπιταλισμό της Κίνας,

Παραμένει βέβαια το ερώτημα, εάν μία χώρα, η οποία δεν έχει το απαιτούμενο «κρίσιμο μέγεθος» στο παγκοσμιοποιημένο πλέον περιβάλλον, εν μέσω υπόγειων συναλλαγματικών πολέμων και γεωπολιτικών εντάσεων, μπορεί να εφαρμόσει τέτοιες πολιτικές ή είναι υποχρεωμένη να ακολουθεί τα προστάγματα των ισχυρών δυνάμεων του πλανήτη, να συμβιβάζεται διαρκώς και να υποτάσσεται – πόσο μάλλον ένα κράτος υπερχρεωμένο, χωρίς το δικό του νόμισμα, μέλος ενός μη άριστου νομισματικού χώρου.

Η απάντηση, αν και εξαιρετικά δύσκολη, είναι μάλλον θετική: αρκεί η χώρα να κατορθώσει να πείσει τους «εταίρους» της για την ορθότητα των θέσεων της, λειτουργώντας παράλληλα σε επίπεδο λαών, πολιτών δηλαδή της ένωσης που ανήκει, οι οποίοι έχουν παρόμοια προβλήματα, τα οποία απαιτούν ανάλογες λύσεις – με την προϋπόθεση φυσικά ότι δεν θα τους επιβαρύνει, λύνοντας μόνη της τα δικά της οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα.

Στο παράδειγμα της Ελλάδας, εάν η απαίτηση για την καθιέρωση του πολιτεύματος της άμεσης δημοκρατίας συνοδευόταν από την προθυμία των πολιτών να καλύψουν οι ίδιοι τα νόμιμα χρέη της πατρίδας τους, απέναντι στους πιστωτές της, με τον τρόπο που μπορούν (επέκταση του χρόνου αποπληρωμής, χαμηλά επιτόκια κλπ.), η ισότιμη συμμετοχή τους στην κοινή νομισματική ζώνη, χωρίς φυσικά να αποτελεί μονόδρομο, είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα – αφού, μέσω αυτής, έχουν το κρίσιμο «συλλογικό μέγεθος», για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν με την παγκοσμιοποίηση.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading