Η κατάρρευση της αστικής τάξης – The Analyst
Χωρίς κατηγορία

Η κατάρρευση της αστικής τάξης

Η κατάρρευση της αστικής τάξης 3

Φαίνεται πως είμαστε αντιμέτωποι με μία καινούργια «πάλη των τάξεων», η οποία όμως αυτή τη φορά έχει ξεκινήσει εκ των άνω – από τα ανώτατα εισοδηματικά στρώματα, τα οποία έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο τη μεσαία τάξη

(To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)

«Το μεγαλύτερο ρήγμα στην άμυνα μίας χώρας, σε περιόδους οικονομικών πολέμων, είναι η διαφθορά των πάσης φύσεως ηγετικών ομάδων της – η οποία επιτρέπει την ανεμπόδιστη είσοδο των εισβολέων, ελαχιστοποιώντας τους κινδύνους και τις απώλειες τους».

.

Παρά τη μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων, αφού στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών οι πλούσιοι γινόντουσαν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι, η μεσαία τάξη δεν αντιμετώπιζε σημαντικά προβλήματα. Οι λογαριασμοί πληρώνονταν, τα ταξίδια στην περίοδο των διακοπών ήταν ο κανόνας, η αγορά ενός σπιτιού ή ενός διαμερίσματος με τη βοήθεια ενός τραπεζικού δανείου ήταν εφικτή, ενώ η απόκτηση αυτοκινήτου ολοκλήρωνε την εικόνα μίας σχετικά εύπορης, άνετης ζωής.

Το κυριότερο όλων, οι προοπτικές για το μέλλον ήταν ευοίωνες, όπως επίσης οι ελπίδες για ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο – υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα εργαζόταν κανείς, όσο το δυνατόν περισσότερο. Φυσικά η μεσαία τάξη, στην οποία βασίλευε το «αμερικανικό όνειρο» (American dream), δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να αναρριχηθεί στα ανώτατα επίπεδα – να ανήκει δηλαδή κάποτε στην ελίτ. Εν τούτοις, αισθανόταν ότι θα μπορούσε, εάν προσπαθούσε αρκετά – γεγονός που ήταν σημαντικότερο από κάθε τι άλλο, αφού στήριζε και εξασφάλιζε την κοινωνική ειρήνη και συνοχή.

Μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης όμως, η κατάσταση άλλαξε ραγδαία – ειδικά στην Ευρώπη. Παραδόξως δε, η ευθύνη αυτών των αλλαγών δεν βαρύνει την αστική τάξη, αλλά τα ανώτατα εισοδηματικά στρώματα, την ελίτ – η οποία φαίνεται πως έχει ξεχάσει ότι, η εξασφάλιση του πολύ υψηλού βιοτικού της επιπέδου στηρίζεται στη μεσαία τάξη, την οποία ανόητα προσπαθεί να εξαφανίσει, λεηλατώντας και εξαθλιώνοντας την.

Αναλυτικότερα, οι δραστικές μειώσεις των μισθών, ο περιορισμός του κράτους προνοίας, η πολύ υψηλή φορολόγηση, οι μαζικές απολύσεις, η ανεργία, το κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τόσα πολλά άλλα, τα οποία επιβάλλονται (καταρχήν) στις υπερχρεωμένες οικονομίες του Νότου, οδηγούν χωρίς καμία αμφιβολία τη μεσαία τάξη στον Καιάδα – αφού οι υποθήκες, καθώς επίσης οι λογαριασμοί δεν μπορούν πλέον να πληρωθούν, τα αυτοκίνητα πωλούνται, η θέρμανση γίνεται αγαθό πολυτελείας και τα ταξίδια στις διακοπές είναι αδύνατον πια να πραγματοποιηθούν.

Ο καθοδικός σπειροειδής κύκλος της εξαθλίωσης λοιπόν, ο οποίος στο παρελθόν παρέσυρε μόνο αυτούς που δεν ήθελαν να δουλέψουν και να προσπαθήσουν για ένα καλύτερο αύριο, είναι σήμερα ο κανόνας για ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού.

Στα πλαίσια αυτά, φαίνεται πως θα είμαστε σύντομα αντιμέτωποι με μία καινούργια «πάλη των τάξεων», η οποία όμως αυτή τη φορά έχει ξεκινήσει εκ των άνω – από τις ανώτατες εισοδηματικές τάξεις δηλαδή οι οποίες, στην προσπάθεια τους να μεγεθύνουν ακόμη περισσότερο τα εισοδήματα τους, έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο τη μεσαία τάξη.

Το ίδιο συμβαίνει δυστυχώς και με τις πλουσιότερες χώρες του Βορά, οι οποίες στοχοποιούν ανόητα τα ελλειμματικά ευρωπαϊκά κράτη του Νότου – χωρίς να κατανοούν ότι, με αυτόν τον τρόπο κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, το ηφαίστειο θα εκραγεί, με απίστευτα καταστροφικές συνέπειες για όλους.

.    

Η ΑΝΕΡΓΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

Από την άλλη πλευρά και σύμφωνα με πολλούς, μετά την εισαγωγή του ευρώ η ανεργία των νέων σε όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρωζώνης μειώθηκε – αντίθετα, στη Γερμανία αυξήθηκε, αν και ελαφρά. Η αιτία του φαινομένου αυτού ήταν το ότι, οι χώρες του Νότου, οι οποίες είχαν ανέκαθεν προβλήματα δανεισμού (λόγω των υψηλών χρεών τους, καθώς επίσης των αυξημένων επιτοκίων που ήταν αναγκασμένες να πληρώνουν), «πλημμύρισαν» ξαφνικά με φθηνά χρήματα – με αποτέλεσμα η χρηματοδότηση τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τους τομέα να είναι πάρα πολύ εύκολη.

Τα κεφάλαια αυτά τώρα αποσύρονταν από τη Γερμανία, αφού τόσο οι τράπεζες (ακόμη και οι γερμανικές), όσο και οι λοιποί επενδυτές, προτιμούσαν να τα τοποθετούν στις χώρες του Νότου – αφού απολάμβαναν την ίδια ασφάλεια σαν κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, ενώ προσέφεραν πολύ υψηλότερες αποδόσεις.

Οι αγορές λοιπόν δάνειζαν αφειδώς τις χώρες του Νότου, οι οποίες με τη σειρά τους μοίραζαν τα χρήματα αυτά στους πολίτες τους – οι πολιτικοί με στόχο να επανεκλεγούν, ενώ οι ιδιώτες, επιχειρηματίες και μη, για να κερδίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο. Με τον τρόπο αυτό διενεργούνταν υπερβολικές επενδύσεις σε έργα υποδομής εκ μέρους του δημοσίου, ενώ κατασκευάζονταν πάρα πολλά κτίρια εκ μέρους των ιδιωτών – οπότε δημιουργούνταν όλο και περισσότερες θέσεις εργασίας, από τις οποίες ωφελούνταν κυρίως οι νέοι.

Τα υπόλοιπα χρήματα διοχετεύονταν στον τομέα των υπηρεσιών, επίσης «εντάσεως απασχόλησης» νέων και ανειδίκευτων εργαζομένων, όπου η κερδοφορία ήταν λιγότερο κοπιαστική – με αποτέλεσμα να «αδυνατίζει» συνεχώς η βιομηχανική παραγωγή στο Νότο, η οποία έχει πολύ μεγαλύτερες απαιτήσεις.

Ειδικά στον τομέα των ακινήτων, η φούσκα που δημιουργήθηκε σε αρκετές χώρες ήταν τεράστια – όπως για παράδειγμα στην Ισπανία, όπου κατασκευάσθηκαν μέσα σε ελάχιστα χρόνια περισσότερα διαμερίσματα από τους κατοίκους της. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Ιρλανδία, στην Ολλανδία, στην Κύπρο κοκ. – ενώ στην Ελλάδα, όπως και στη Γαλλία, η εξέλιξη ήταν κατά πολύ ηπιότερη (όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν το δημόσιο χρέος της – σε αντίθεση με όλες σχεδόν τις άλλες χώρες, οι οποίες οδηγήθηκαν στην κρίση λόγω του ιδιωτικού χρέους τους).

Μετά το ξέσπασμα τώρα της χρηματοπιστωτικής κρίσης διαπιστώθηκε ότι, η φούσκα των ακινήτων, ειδικά στις Η.Π.Α., είχε ωφελήσει σε μεγάλο βαθμό αφενός μεν τις τράπεζες, αφετέρου τις κατασκευαστικές εταιρείες – οδηγώντας στη συνέχεια τόσο τις μεν, όσο και τις δε, σε τεράστιες απώλειες.

Παράλληλα, τα περιουσιακά στοιχεία τόσο των μεσαίων, όσο και των χαμηλότερων εισοδηματικών τάξεων δεν είχαν αυξηθεί σημαντικά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο – αφού η καλυτέρευση του βιοτικού επιπέδου τους στηρίχθηκε στο δανεισμό. Εν τούτοις, αυτές ακριβώς οι «τάξεις» υποχρεώθηκαν δυστυχώς από τις κυβερνήσεις τους να επιβαρυνθούν με τη διάσωση των υπερχρεωμένων τραπεζών, έτσι ώστε να αποφευχθεί το μεγάλο κραχ – η κρίση των κρίσεων δηλαδή, την οποία θα προκαλούσε αναμφίβολα η κατάρρευση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Αμέσως μετά οι διασωθείσες τράπεζες έγιναν πολύ πιο προσεκτικές – οπότε περιόρισαν σημαντικά τη χρηματοδότηση τόσο του ιδιωτικού, όσο και του δημοσίου τομέα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την κατακόρυφη αύξηση των ελλειμμάτων και των χρεών των κρατών, σαν αποτέλεσμα αφενός μεν της μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης (ύφεσης σε πολλές χώρες, μείωση των φορολογικών εσόδων κλπ.), αφετέρου της ανάληψης των χρεών των τραπεζών, οδήγησε στην αύξηση των επιτοκίων δανεισμού του δημοσίου.

Ειδικότερα, οι αγοραστές ομολόγων του δημοσίου (αγορές) διέκριναν ξαφνικά μεγάλα ρίσκα, όσον αφορά τη δυνατότητα ή μη διαφόρων χωρών να ανταπεξέλθουν με την εξυπηρέτηση των δανείων τους – κινδύνους που στο παρελθόν είχαν προφανώς υποτιμήσει. Έτσι λοιπόν άρχισαν να τιμολογούν το αυξημένο ρίσκο τους, απαιτώντας κατά πολύ υψηλότερα επιτόκια και τροφοδοτώντας το φαύλο κύκλο χρεών και ελλειμμάτων – αφού τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν τα ελλείμματα, τα οποία με τη σειρά τους «εκβάλλουν» στα χρέη.

Περαιτέρω, στην Ευρωζώνη δεν επιτράπηκε η χρεοκοπία καμίας μεγάλης τράπεζας, όπως της Lehman Brothers στις Η.Π.Α. – αντίθετα, επιλέχθηκε η διάσωση τόσο των τραπεζών, όσο και των ελλειμματικών οικονομιών, εις βάρος ουσιαστικά των φορολογουμένων πολιτών. Σαν αποτέλεσμα αυτής της επιλογής, πολλές χώρες οδηγήθηκαν σε μία βαθειά ύφεση, η οποία τις έφερε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας – ενώ οι πολιτικές λιτότητας που αποφασίσθηκαν, μετέφεραν κυριολεκτικά το πρόβλημα στους νέους.

Αναλυτικότερα, επειδή πολλές επιχειρήσεις αναγκάσθηκαν να χρεοκοπήσουν ή να μειώσουν τις δαπάνες τους, άρχισαν να απολύουν μαζικά εργαζομένους – ξεκινώντας φυσικά από τους νέους, αφού η απόλυση τους κόστιζε λιγότερο. Το ίδιο συνέβη και στο δημόσιο, όπου απολύθηκαν πρώτοι οι συμβασιούχοι  – οι οποίοι ήταν κυρίως νέοι. Την ίδια στιγμή σταμάτησαν σχεδόν όλες οι προσλήψεις, τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα – οπότε έπαψαν να υπάρχουν ευκαιρίες απασχόλησης για τους νέους, οι οποίοι θα εισέρχονταν για πρώτη φορά στην «παραγωγή».

To άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες (…)


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading