Τράπεζα διεθνών διακανονισμών – Σελίδα 2 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Τράπεζα διεθνών διακανονισμών

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ BIS 

Η «κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών» (BIS) είναι μία διεθνής οργάνωση του χρηματοπιστωτικού κλάδου, η οποία διαχειρίζεται ένα μέρος των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων. Ιδρύθηκε το 1930 από τις κεντρικές τράπεζες του Βελγίου, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Μ. Βρετανίας και της Ιταλίας, καθώς επίσης από δύο ομίλους ιδιωτικών τραπεζών των Η.Π.Α. και της Ιαπωνίας. Ο αρχικός σκοπός της ίδρυσης της ήταν η εξασφάλιση της ικανότητας αποπληρωμής των πολεμικών αποζημιώσεων του 1ου παγκοσμίου πολέμου από τη Γερμανία, σε συνδυασμό με το YoungPlan (συμφωνία αποζημιώσεων και προγραμματισμός της πληρωμής τους, η οποία γράφτηκε το 1929 και υιοθετήθηκε το 1930).

Ήδη όμως από το 1931, όπου σταμάτησε η πληρωμή των αποζημιώσεων εκ μέρους της Γερμανίας, λόγω της παγκόσμιας τότε χρηματοπιστωτικής κρίσης, έπαψε να υφίσταται ο λόγος, για τον οποίο ιδρύθηκε η τράπεζα. Εν τούτοις, συνέχισε τη λειτουργία της, αφού μετατράπηκε στην κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών, η οποία συνέβαλλε στη στενότερη συνεργασία των κεντρικών τραπεζών μεταξύ τους – ενώ προσέφερε δυνατότητες νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (businesses).

Στην BIS αντιπροσωπεύονταν κυρίως τα ηγετικά αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (JP Morgan Chase & Co, Morgan Stanley, Chase National Bank of Rockefeller, Dillon-Read Group, Bank house J.Henry Schroeder New York), τα οποίαενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για «επιχειρηματικές συνεργασίες» με τη Γερμανία. Από γερμανικής πλευράς, συμμετείχε κυρίως ο Kurtvon Schroeder, ένας από τους σημαντικότερους χρηματοδότες του Hitler.     

Στην περίοδο του Εθνικοσοσιαλισμού (1933-1945), η BIS θεωρούταν ιδιαίτερα «φιλοναζιστική», με μία εξαιρετικά μεγάλης επιρροής γερμανική ομάδα εντός της. Για παράδειγμα, ο αντιπρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας του 3ου Ράιχ ήταν ένας από τους προέδρους της BIS. Το 1938, μετά την προσάρτηση της Αυστρίας, η BIS ανέλαβε τον αυστριακό χρυσό, ενώ «βοήθησε» στην αποστολή  μέρους του τσεχικού χρυσού, προς όφελος των ναζί, μετά την κατάληψη της Τσεχίας (1939). Τότε, ο βρετανός λόρδος Montagun Norman, ένας από τους προέδρους της BIS και ταυτόχρονα διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, δεν εμπόδισε τη μεταφορά του τσεχικού χρυσού, προς όφελος των ναζί.

Τον Απρίλιο του 1939 ανέλαβε επίσημα πρόεδρος της BIS ο αμερικανός δικηγόρος Thomas Mc Kittrick, ο οποίος εκπροσωπούσε παράλληλα τα συμφέροντα των Rockefellers, ενώ κατά τη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου, η BIS διακανόνιζε όλες τις απαιτούμενες συναλλαγματικές δραστηριότητες του 3ου Ράιχ – όπως, για παράδειγμα, τις «συναλλαγές» με τον κλεμμένο χρυσό των κεντρικών τραπεζών των χωρών που είχαν καταληφθεί από τη ναζιστική Γερμανία. Το ίδιο χρονικό διάστημα, η τράπεζα ήταν ο μυστικός τόπος συνάντησης γερμανών, ηγετικών στελεχών του Hitler, με διεθνείς τραπεζίτες – καθώς επίσης, με τον αρχηγό της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας στην Ελβετία.

Το 1943, οι προσπάθειες του τότε υπουργού οικονομικών των Η.Π.Α., καθώς επίσης της εξόριστης νορβηγικής κυβέρνησης να πάψει η λειτουργία της BIS, λόγω της ναζιστικής της «καταγωγής», δεν ευοδώθηκαν – μεταξύ άλλων, ο Keynes ήταν υπέρ της διατήρησης της, τεκμηριώνοντας τη θέση του με το ότι, η BIS θα φαινόταν χρήσιμη για την «επανόρθωση» της οικονομίας μετά τον πόλεμο. Μέχρι το 1990 δε έγιναν μεγάλες προσπάθειες για να διατηρηθεί κρυφό το ναζιστικό παρελθόν της BIS– παρά το ότι το 1952 είχε γραφεί ένα βιβλίο για την ιστορία της, από το Δανό K.Moltke.

Το βιβλίο αναφερόταν ουσιαστικά στην «υπόγεια» σχέση και στη στενή συνεργασία του αμερικανικού με το γερμανικό Καρτέλ, με συνδετικό κρίκο την τράπεζα των τραπεζών – κάτι που ενδεχομένως συνεχίζει να συμβαίνει, ειδικά όσον αφορά τα δύο αυτά ηγετικά Καρτέλ των πολυεθνικών. Πρόκειται λοιπόν για τη «φωλιά του κτήνους», όπως χαρακτηρίζουν το αιμοβόρο, αδρανές κερδοσκοπικό κεφάλαιο πολλοί οικονομολόγοι, η οποία (φωλιά) είναι ταυτόχρονα η «σκοτεινή σπηλιά» συνάντησης και συντονισμού του γερμανικού με το αμερικανικό, αλλά και με τα υπόλοιπα «δυτικά» Καρτέλ (των εντολοδόχων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας δηλαδή).         

.  

Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ BIS 

Η τράπεζα των τραπεζών άρχισε να λειτουργεί κανονικά το 1945, αφού άλλαξε το καταστατικό της – έτσι ώστε όλες οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, επίσης οι σοσιαλιστικές (με εξαίρεση τη Σοβιετική Ένωση και την Α. Γερμανία), να είναι μέλη της. Μεταξύ των ετών 1962 και 1971, το κεντρικό βάρος των δραστηριοτήτων της ήταν η καταπολέμηση των συναλλαγματικών κρίσεων, σε στενή συνεργασία με τους G10, όπου εκπροσωπούνταν οι κεντρικές τράπεζες των δέκα σημαντικότερων μελών του ΔΝΤ και της Ελβετίας (δεν ήταν τότε μέλος του Ταμείου). Από το 1971, μετά το χρονικό σημείο δηλαδή που έπαψε να ισχύει ο κανόνας του χρυσού και η σύνδεση των νομισμάτων με το δολάριο, οι δραστηριότητες της BIS αφορούσαν κυρίως τις ευρωπαϊκές αγορές συναλλάγματος, την επίβλεψη των τραπεζών, καθώς επίσης των ασφαλιστικών εταιρειών.

Ουσιαστικά η BIS είναι μία διεθνής «οργάνωση», η οποία «ορίζεται» από το ιδιαίτερο status μίας ανώνυμης εταιρείας «εξειδικευμένου Δικαίου», με έδρα τη Βασιλεία και δύο υποκαταστήματα – στην πρωτεύουσα του Μεξικού και στο Χονγκ Κονγκ. Τα ίδια κεφάλαια της ήταν αρχικά 1,5 δις «χρυσά φράγκα», χωρισμένα σε 600.000 μετοχές, αξίας 2.500 «χρυσά φράγκα» η κάθε μία (ένα «χρυσό φράγκο» αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από 0,29 γραμμάρια καθαρού χρυσού).

Κατά τον επίσημο ισολογισμό της από τις 31.10.2010, το μετοχικό κεφάλαιο είναι χωρισμένο σε 547.125 μετοχές, αξίας 5.000SDR (Special Drawing Right) εκάστης. Το SDR είναι μία ειδική μονάδα μέτρησης, ένα ειδικό, δικό τους νόμισμα δηλαδή («Θεϊκό»), το οποίο χρησιμοποιεί το ΔΝΤ – στις 31.03.2009 το 1 SDR αντιστοιχούσε με 1,493 $, ενώ υπολογίζεται σε σχέση με ένα ειδικό καλάθι διαφόρων ισχυρών νομισμάτων (η στενή σχέση της τράπεζας των τραπεζών με το ΔΝΤ, τον εντολοδόχο του Καρτέλ, καθώς επίσης οι ειδικοί μέθοδοι μέτρησης/αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται από το Βατικανό του Κεφαλαίου, όπως αποκαλείται από κάποιους η BIS, είναι φανερή).

Οι μέτοχοι της είναι κεντρικές τράπεζες ενώ, παρά το καινούργιο καταστατικό της, υπάρχουν ακόμη μερικοί ιδιώτες-μέτοχοι, οι οποίοι δεν θέλουν να αποκαλυφθούν τα στοιχεία τους και δεν τους γνωρίζει κανένας «θνητός». Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί, αναφέρεται στα εξαιρετικά κερδοφόρα, στα εμφανή βέβαια αποτελέσματα της BIS, για το έτος χρήσης της που έληξε την 31.03.2010:

.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Αποτελέσματα χρήσεως 31.03.2009 – 31.03.2010, σε εκ. SDR

Στοιχεία

31.03.2010

31.03.2009

Σύνολο Ενεργητικού

*258.893,30

255.386,70

Καταθέσεις σε συνάλλαγμα

195.755,10

197.222,10

Καταθέσεις σε χρυσό

32.064,10

23.052,10

Ίδια Κεφάλαια

683,10

683,10

Καθαρό Κέρδος

**1.859,80

446,10

Κέρδος ανά μετοχή σε SDR

***3.405,40

816,80

Περίπου 258 δις SDR, ήτοι 384 δις $

** Περίπου 1,8 δις SDR. ήτοι 2,68 δις $

*** 3.405 SDR ή 5.083 $

Πηγή: Ισολογισμός BIS

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

.

Στη Γενική Συνέλευση, στο ανώτατο όργανο της τράπεζας, συμμετείχαν το 2001 συνολικά 49 κεντρικοί τραπεζίτες με δικαίωμα ψήφου. Εκτός από τις χώρες των G10, μέλη είναι η ΕΚΤ (1999), οι κεντρικές τράπεζες όλων των δυτικοευρωπαϊκών χωρών, αρκετές της Α. Ευρώπης και οι σημαντικότερες ασιατικές χώρες – περαιτέρω, οι μεγαλύτερες λατινοαμερικανικές τράπεζες, καθώς επίσης οι κεντρικές τράπεζες της Κίνας, της Ινδίας, της Σαουδικής Αραβίας και της Ν. Αφρικής.

Η BIS διαχειρίζεται, από τη θέση της σαν κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών, ένα μέρος των συναλλαγματικών αποθεμάτων πάρα πολλών κρατών, καθώς επίσης χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Τέλη του 2000, τα συναλλαγματικά αποθέματα που διατηρούνταν εκεί ήταν της τάξης του 7% των παγκοσμίων αποθεμάτων, με πελάτες της 120 κεντρικές τράπεζες.

Τα χρηματικά αποθέματα διατηρούνται σε κατάσταση «υψηλής ρευστότητας», έτσι ώστε να διατίθενται αμέσως, όταν χρειαστούν. Η BIS λειτουργεί επίσης σαν επενδυτική τράπεζα (Investment Bank) των κεντρικών τραπεζών, με στόχο την αύξηση των αποδόσεων τους από τα συναλλαγματικά τους αποθέματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις δε εκχωρεί βραχυπρόθεσμες «διευκολύνσεις», ενώ χρηματοδοτεί συνήθως δάνεια, τα οποία εγγυάται η Παγκόσμια Τράπεζα ή το ΔΝΤ.

Περαιτέρω η BIS είναι, με βάση το καταστατικό της, ένα φόρουμ διεθνούς συνεργασίας για χρηματοοικονομικά θέματα, καθώς επίσης για τα θέματα του χρυσού. Συμμετέχει σε διαδικασίες στήριξης των ευρωπαϊκών νομισμάτων ενώ, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, όπου έχουν αυξηθεί οι διασυνοριακές ροές των χρημάτων σε μεγάλο βαθμό, «εποπτεύει» επίσημα τις κινήσεις τους (προφανώς, με τις πληροφορίες που κατέχει, μπορεί να κερδίζει απεριόριστες ποσότητες χρημάτων). Στον τομέα των ιδιωτικών τραπεζών, ασχολείται με τις συνθήκες εποπτείας τους (Βασιλεία Ι, ΙΙ, ΙΙΙ κλπ), όπως τα ελάχιστα ίδια κεφάλαια τους (8% του συνολικού τους ενεργητικού). Με τον τομέα των ασφαλιστικών εταιρειών ασχολείται η «διεθνής ένωση των Αρχών εποπτείας των ασφαλειών» (IAIS, μέλη 100 κράτη), η γραμματεία της οποίας έχει έδρα, από το 1988, στην BIS.

Ολοκληρώνοντας, η BIS ασχολείται με την έρευνα στους τομείς της πολιτικής χρήματος, εκδίδει μελέτες σε επιστημονικά έντυπα, καθώς επίσης γενικές οικονομικές αναλύσεις ανά τρίμηνο. Συγκεντρώνει στοιχεία από όλα τα μέλη της και τα εμφανίζει σε διεθνείς τραπεζικές στατιστικές, με ιδιαίτερη σημασία στην πρόβλεψη των κινδύνων υπερχρέωσης των κρατών, καθώς επίσης την έγκαιρη διαπίστωση μελλοντικών κρίσεων – σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ, το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα. 

Τέλος, πολλοί ισχυρίζονται ότι δεν κατάφερε να προβλέψει έγκαιρα την παρούσα οικονομική κρίση, η οποία ξεκίνησε (επίσημα) με την κατάρρευση της Lehman Brothers – παρά την οργάνωση, την ποιότητα και τις λεπτομερείς, παγκόσμιες πληροφορίες της. Άλλοι βέβαια πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο:

Ότι δηλαδή η ίδια την προκάλεσε, συντονίζοντας τις δυνάμεις όλου του τραπεζικού συστήματος, στα πλαίσια της ολοκληρωτικής επίθεσης του Καρτέλ εναντίον των αδύναμων χωρών, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των εργαζομένων της «δύσης» – με στόχους είτε την υποδούλωση συγκεκριμένων χωρών (με τη βοήθεια της αποκρατικοποίησης της Πολιτικής), είτε την ήττα του κοινωνικού καπιταλισμού από τον μονοπωλιακό, είτε τη «λεηλασία» κάποιων επιχειρήσεων (ιδίως των κερδοφόρων κοινωφελών), είτε τη «συμπίεση» των αμοιβών των εργαζομένων (στο ύψος του κινεζικού «προτύπου»), είτε άλλους.      


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading