Ευρωπαϊκές ασυμμετρίες – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Ευρωπαϊκές ασυμμετρίες

.

277

.

Μπορεί η Ελλάδα να έχει το ίδιο νόμισμα με μία χώρα που είναι σε θέση να εφαρμόζει την πολιτική λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης τόσο εύκολα και χωρίς να της το επιβάλλει κανείς, όπως κάνει η Γερμανία από το 2000, επιτυγχάνοντας την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της εις βάρος των Πολιτών της;
.
(Το άρθρο αποτελείται από 2 Σελίδες)

.

Η μεγάλης κλίμακας διαδικασία (process) της Λισσαβόνας, στόχος της οποίας ήταν να μετατρέψει την ΕΕ στην πλέον ανταγωνιστική περιοχή του πλανήτη, απέτυχε παταγωδώς. Αντί όμως να τη διευθετήσουμε εκ νέου, να την διαμορφώσουμε από την αρχή, μετρείται, ασχολούμαστε καλύτερα με το πόσο είναι το εξωτερικό πλεόνασμα της Γερμανίας εντός της Ευρώπης.

Είναι παράλογο. Το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας αντιστοιχεί με τις απ’ ευθείας γερμανικές επενδύσεις σε άλλα κράτη: δηλαδή, δανείζουμε σε άλλες χώρες τα χρήματα για να αγοράσουν τα προϊόντα μας – χωρίς φυσικά να μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως θα εισπράξουμε κάποτε αυτά τα χρήματα πίσω” (ηγέτης των φιλελευθέρων της Γερμανίας, πηγή).

.

Ανάλυση

Το παραπάνω απόσπασμα από τη συνέντευξη του Γερμανού είναι από μόνο του κάπως αντιφατικό. Από τη μία πλευρά αξιολογεί τις συζητήσεις σχετικά με τα τεράστια εξωτερικά πλεονάσματα της χώρας του ως δευτερεύουσας σημασίας και παράλογες, ενώ από την άλλη επισημαίνει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, έναν ενδιαφέροντα προβληματισμό: το ότι τα πλεονάσματα των εξωτερικών συναλλαγών ενός κράτους, αντισταθμίζονται με τα ανάλογα ελλείμματα στο κεφαλαιακό του ισοζύγιο, με τις εξαγωγές κεφαλαίων δηλαδή  (ανάλυση).

Εν προκειμένω αναφέρει πολύ σωστά ότι, η χώρα του δεν μπορεί να είναι ποτέ σίγουρη πως θα εισπράξει πίσω τα χρήματα που υποχρεωτικά δανείζει, αφού δεν τα επενδύει/καταναλώνει στο εσωτερικό της – οπότε οι συζητήσεις για τα πλεονάσματα της είναι αδύνατον να θεωρούνται ταυτόχρονα δευτερεύουσας σημασίας, ούτε καν για την ίδια. Κυρίως όμως ισχυρίζεται εσφαλμένα κάτι που υιοθετούν όλοι οι υποστηρικτές των γερμανικών πλεονασμάτων, όπως η καγκελάριος και ο κ. Σόιμπλε: το ότι τα πλεονάσματα αντισταθμίζονται με τις απ’ ευθείας γερμανικές επενδύσεις.

Με απλά λόγια πως τα χρήματα που κερδίζει η Γερμανία μέσω των πλεονασμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της, χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό για  την εξαγορά βιομηχανιών σε άλλες χώρες, για τη συμμετοχή της σε επιχειρήσεις τους, για παραγωγικές επενδύσεις στο εξωτερικό κοκ. – οπότε ουσιαστικά τοποθετούνται παραγωγικά ξανά απ’ ευθείας στους αγοραστές των προϊόντων της, στις ελλειμματικές χώρες.

Εν τούτοις ο ισχυρισμός του αυτός είναι τουλάχιστον υπερβολικός, όταν ακόμη και για την εξαγορά των αεροδρομίων στην Ελλάδα δανείσθηκε από ευρωπαϊκές και ελληνικές τράπεζες, ενώ φαίνεται από την εξέταση του κεφαλαιακού ισοζυγίου της Γερμανίας – το οποίο συμπεριλαμβάνει όλες τις διασυνοριακές συναλλαγές της χώρας, αποτελώντας την απέναντι πλευρά του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Αναλυτικότερα, στο κεφαλαιακό ισοζύγιο οι συναλλαγές χωρίζονται στις παρακάτω πέντε διαφορετικές κατηγορίες (πηγή: Huzer-Stachelsky):

(α)  Απ’ ευθείας επενδύσεις: Πρόκειται για τις χρηματοοικονομικές σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων του εσωτερικού και του εξωτερικού, στις οποίες η εταιρεία που επενδύει στην άλλη κατέχει τουλάχιστον το 10% των μετοχών της. Συμπεριλαμβάνονται οι συμμετοχές σε ξένες επιχειρήσεις ή, εντός των εταιρικών ομίλων, τα χρηματικά δάνεια και οι εμπορικές πιστώσεις.

(β)  Επενδύσεις σε κινητές αξίες (χρεόγραφα): Εδώ ανήκουν οι τοποθετήσεις σε ξένες εταιρείες με τη μορφή διεθνώς διαπραγματεύσιμων τίτλων – όπως είναι οι μετοχές. τα ομόλογα, τα μερίδια σε επενδυτικά κεφάλαια ή τα πιστοποιητικά ιδιοκτησίας.

(γ) Χρηματοπιστωτικά παράγωγα και δικαιώματα αγοράς μετοχών εκ μέρους των εργαζομένων:  Πρόκειται για συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης και δικαιώματα που χρησιμοποιούνται είτε για την αντιστάθμιση ρίσκων, είτε για λόγους κερδοσκοπίας – ενώ τα δικαιώματα αγορών μετοχών εκ μέρους των εργαζομένων, αποτελούν αξιόγραφα ή μερίδια στις επιχειρήσεις των εργοδοτών.

(δ)  Λοιπές επενδύσεις: Συμπεριλαμβάνονται τα χρηματικά ή εμπορικά δάνεια μεταξύ των επιχειρήσεων του εσωτερικού και του εξωτερικού, καθώς επίσης οι τραπεζικές καταθέσεις στο εξωτερικό. Εδώ καταγράφονται επίσης τα δάνεια που μία χώρα λαμβάνει από το εξωτερικό ή δίνει σε άλλες χώρες.

(ε)  Συναλλαγματικά αποθέματα: Πρόκειται για τα χρήματα που διατηρούν / διαχειρίζονται οι εθνικές κεντρικές τράπεζες, όπως σε ξένα νομίσματα ή σε χρυσό.

Περαιτέρω, στο γράφημα που ακολουθεί φαίνονται οι γερμανικές εξαγωγές κεφαλαίων σε δις € ανά έτος – όπου οι απ’ ευθείας επενδύσεις είναι με μωβ στήλες, οι επενδύσεις σε κινητές αξίες με μαύρο, σε παράγωγα με κίτρινο, οι λοιπές με μπλε και τα αποθέματα με κόκκινο (οι συνολικές με τη γαλάζια γραμμή).

.

Quelle: Bundesbank

.

Όπως διαπιστώνεται από το γράφημα, οι απ’ ευθείας επενδύσεις αποτελούσαν τα πιο πολλά χρόνια λιγότερο από το 25% των γερμανικών εκροών κεφαλαίων στο εξωτερικό – ενώ σημαντικότερες ήταν οι «λοιπές επενδύσεις», καθώς επίσης οι τοποθετήσεις σε κινητές αξίες (μετοχές, ομόλογα).

Επομένως, τα τεράστια γερμανικά πλεονάσματα δεν αντισταθμίζονται με τις απ’ ευθείας παραγωγικές επενδύσεις στο εξωτερικό, όπως ισχυρίζεται ο επικεφαλής των φιλελευθέρων, η κυρία Merkel ή ο κ. Σόιμπλε – αλλά, αντίθετα, χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό για να απομυζούν επί πλέον τις ελλειμματικές χώρες, με χρηματοπιστωτικά εργαλεία.

Συνεχίζοντας, κατανοούμε απόλυτα πως οι οικονομικές αναλύσεις δεν είναι εύκολα κατανοητές από τους ανθρώπους που δεν έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις – θεωρούμε όμως ότι, με λίγη προσπάθεια μπορούν να γίνουν, ενώ είναι απαραίτητες αφενός μεν για να μην διατυπώνονται αυθαίρετοι ισχυρισμοί και κατηγορίες, αφετέρου  για να αιτιολογούνται σωστά όλα όσα συμβαίνουν.

Στα πλαίσια αυτά, τεκμηριώθηκε με τα παραπάνω πως οι γερμανικές εξαγωγές κεφαλαίων που προέρχονται από τα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας, δεν ωφελούν τον παραγωγικό μηχανισμό των εμπορικών εταίρων της, παρά μόνο κατά ένα ελάχιστο ποσοστό – κάτω του 25%.

Τα εξωτερικά περιουσιακά στοιχεία της Γερμανίας

Όσον αφορά τώρα τα εξωτερικά καθαρά περιουσιακά στοιχεία της Γερμανίας, ένα εξίσου σημαντικό μέγεθος, η αλλαγή τους είναι το αποτέλεσμα των συσσωρευμένων με τα χρόνια πλεονασμάτων της χώρας από τις καθαρές (=μείον τις εισαγωγές) εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών – δηλαδή των κεφαλαιακών εκροών, σε μία ορισμένη ημερομηνία καταγραφής τους.

Εν προκειμένω αναφέρεται κανείς σε «καθαρά περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό», επειδή πρόκειται για τη διαφορά μεταξύ κεφαλαιακών εξαγωγών και εισαγωγών – με την έννοια πως τα περιουσιακά στοιχεία των ξένων στη Γερμανία αφαιρούνται από τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας στο εξωτερικό. Καθαρά θεωρητικά, χωρίς δηλαδή να συμπεριλαμβάνει κανείς τα λογιστικά κριτήρια αξιολόγησης, τις αλλαγές στα μεγέθη, τις νομισματικές διακυμάνσεις κοκ., μπορεί κανείς να καταγράψει μία απ’ ευθείας σχέση μεταξύ των γερμανικών πλεονασμάτων και των περιουσιακών στοιχείων της χώρας στο εξωτερικό.

Συνεχίστε στη 2η σελίδα (…)


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading