Λύσεις ανάγκης – Σελίδα 2 – The Analyst
ΓΕΩΟΙΚΟΝΟΜΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Λύσεις ανάγκης

(β)  Η μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα, παρά το ότι ήταν σημαντική, συνεχίζει να υπολείπεται σημαντικά από την αντίστοιχη, για παράδειγμα,  της Γερμανίας – αν και στην τελευταία το κόστος αυξήθηκε κατά 8% (γράφημα).

 .

Ελλάδα, Γερμανία – η εξέλιξη του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στις δύο χώρες και ο μέσος στόχος που έχει θέσει η ΕΚΤ.

 .

Ουσιαστικά λοιπόν, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στη Γερμανία συνεχίζει να είναι πολύ πιο χαμηλό από αυτό της Ελλάδας – σχεδόν κατά 13%, παρά την τεράστια μείωση των μισθών στη χώρα μας, παράλληλα με την αύξηση τους στη Γερμανία.

Επομένως, η ανταγωνιστικότητα των δύο κρατών παραμένει μη ισορροπημένη – κάτι που φυσικά δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά και τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, τεκμηριώνοντας πως «ελλοχεύει» ένα γερμανικό πρόβλημα που, εάν δεν λυθεί, δεν υπάρχει μέλλον.

Συνεχίζοντας, όσον αφορά τα επίπεδα τιμών, μετρούμενα με τον «αποπληθωριστή» του ΑΕΠ (γράφημα), πάντοτε κατά τη γερμανική μελέτη, η κατάσταση παραμένει το ίδιο προβληματική – αφού η απόσταση μεταξύ της Ελλάδας και της Γερμανίας είναι της τάξης του 13%.

 .

Ελλάδα, Γερμανία – η εξέλιξη στο επίπεδο των τιμών για τις δύο χώρες και ο μέσος στόχος που έχει θέσει η ΕΚΤ.

 .

Εύλογα λοιπόν οι εμπορικές ροές μεταξύ των δύο χωρών δεν έχουν αντιστραφεί – επειδή όταν αγοράζει κανείς κάποιο προϊόν επιλέγοντας μεταξύ διαφορετικών χωρών, αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η τιμή πώλησης του, όταν πρόκειται φυσικά για την ίδια ποιότητα. Προφανώς δεν ενδιαφέρεται καθόλου για το εάν τα ελληνικά προϊόντα φθήνυναν συγκριτικά με το παρελθόν, αφού συνεχίζουν να είναι ακριβότερα από τα αντίστοιχα γερμανικά και όχι μόνο – με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι εξαγωγές της Γερμανίας, καθώς επίσης να μειώνονται οι ελληνικές (άλλων χωρών της Ευρωζώνης επίσης).

Πόσο μάλλον όταν η διαφορά των τιμών, όπως φαίνεται από το παραπάνω γράφημα, είναι σχεδόν 13% – ενώ κανένας δεν ενδιαφέρεται εάν μειώθηκε, από 26% στο παρελθόν στα 13% σήμερα, αφού συνεχίζει να είναι μεγάλη.

Στα πλαίσια αυτά δεν θα πρέπει κανείς να απορεί γιατί η Ελλάδα, παρά την τρομακτική εσωτερική υποτίμηση που της επιβλήθηκε, δεν κατάφερε να αυξήσει τις εξαγωγές της – ενώ η Γερμανία, η οποία αύξησε τους μισθούς των εργαζομένων της, οπότε το κόστος των προϊόντων, συνεχίζει να έχει ανοδικές εξαγωγές και εμπορικά πλεονάσματα.

Περαιτέρω, ακόμη και αν κάποια στιγμή στο μέλλον συμβεί το απίθανο γεγονός της σύγκλισης των τιμών πωλήσεως των χωρών μελών της Ευρωζώνης, αφού εξισωθεί το κόστος ανά μονάδα προϊόντος μεταξύ τους, αυτό δεν θα σημάνει πως η Γερμανία θα χάσει εξαγωγικά μερίδια – αλλά ότι θα πάψουν να αυξάνονται οι εξαγωγές της, παραμένοντας σε σταθερά επίπεδα, τα οποία όμως είναι ήδη πάρα πολύ υψηλά.

Επομένως, εάν οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης θα ήθελαν να αυξήσουν τις εξαγωγές τους, κερδίζοντας μερίδια αγοράς από τη Γερμανία, τότε θα έπρεπε να μειώσουν τόσο το κόστος παραγωγής κάτω από το γερμανικό, όσο και τις τιμές πώλησης τους – σε σημαντικό βαθμό, καθώς επίσης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, για δεκαετίες όπως έκανε η Γερμανία, έως ότου αποκτήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών.

Μόνο σε μία τέτοια περίπτωση θα μπορούσαν να αντιστραφούν οι εμπορικές ροές, οπότε να μειωθούν τα εμπορικά ελλείμματα με υγιή τρόπο – με την  αύξηση των εξαγωγών δηλαδή και όχι με τη μείωση των εισαγωγών λόγω κυρίως της στενότητας ρευστότητας, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα. Προφανώς δε, μόνο τότε θα μπορούσαν να περιοριστούν τα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας, τα οποία οδηγούν στη διάλυση της Ευρωζώνης.  

Ολοκληρώνοντας, από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά πως η βασική αιτία της κρίσης της Ευρωζώνης, όπου απλά προηγείται η Ελλάδα στην καταστροφή, ενώ θα ακολουθήσουν πολλές άλλες χώρες, είναι οι μεγάλες αποκλίσεις του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μεταξύ των χωρών-μελών. Εάν λοιπόν δεν βρεθεί μία ριζική λύση, η οποία να αντιμετωπίσει τον πυρήνα του προβλήματος, η Ευρωζώνη θα διαλυθεί – όσο πακέτα ρευστότητας και αν διαθέσει η ΕΚΤ.

.

Επίλογος

Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, έχουν δίκιο όλοι όσοι ισχυρίζονται πως ακόμη και αν της χαριστεί το σύνολο του δημοσίου χρέους της ή εάν συνεχίσουν να τη δανείζουν οι Ευρωπαίοι, δεν πρόκειται να ξεφύγει από την κρίση, όσο η ανταγωνιστικότητα της δεν αποκαθίσταται.

Αυτό με τη σειρά του δεν μπορεί να συμβεί, εάν η Γερμανία δεν είναι πρόθυμη να μειώσει τα δικά της ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα εντός της Ευρωζώνης – τουλάχιστον να εξισορροπήσει τις διαφορές στο κόστος εργασίας με τις άλλες χώρες. Εάν λοιπόν η Γερμανία παραμείνει η φθηνότερη χώρα εντός της Ευρωζώνης, θα εξάγει πάντοτε περισσότερα από όσα εισάγει και θα δημιουργεί πλεονάσματα εις βάρος των ελλειμμάτων των άλλων – με αποτέλεσμα τα χρέη των εταίρων της να αυξάνονται συνεχώς.

Στα πλαίσια αυτά, για να παραμείνει ενωμένη η Ευρωζώνη, θα πρέπει να ενωθεί δημοσιονομικά και πολιτικά – έτσι ώστε τα πλεονάσματα της μίας χώρας να αντισταθμίζουν τα ελλείμματα της άλλης, όπως για παράδειγμα αυτά του κερδοφόρου Μονάχου, με τα οποία ενισχύεται το ζημιογόνο Βερολίνο. Διαφορετικά ο ασθενής θα πεθάνει όσα φάρμακα και αν του δοθούν για να καθυστερήσει το μοιραίο – όπως συμβαίνει με τα πακέτα της ΕΚΤ.

Η μοναδική εναλλακτική δυνατότητα είναι η ελεγχόμενη επιστροφή όλων των χωρών μαζί στα εθνικά τους νομίσματα – στην προ ευρώ εποχή δηλαδή (ανάλυση), όπου η κάθε μία χώρα θα προσπαθήσει, με τη βοήθεια της νομισματικής της πολιτικής και όχι μόνο, να αποκαταστήσει το έλλειμμα της ανταγωνιστικότητας της.


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading