Εθνικοσοσιαλισμός, η οικονομική πλευρά (α) – Σελίδα 4 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Εθνικοσοσιαλισμός, η οικονομική πλευρά (α)

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΕΤΩΝ 1933 – 1939

Συνεχίζοντας, μεταξύ των ετών 1933 και 1936, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης (διάγραμμα Ι) εκτοξεύθηκε στο 9%, ενώ η πορεία συνεχίσθηκε και τα δύο επόμενα χρόνια. Η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά, το 1936 στο 137% της αντίστοιχης του 1913 – με τον αριθμό των ανέργων (πίνακας ΙΙ) να μειώνεται από τα 4,2 εκ. πριν την ανάληψη της κυβέρνησης από τους εθνικοσοσιαλιστές, στους 1,6 εκ. ανέργους τρία χρόνια αργότερα.

.

(*Πατήστε για μεγέθυνση)

(*Πατήστε για μεγέθυνση)

.

Οι πραγματικές αμοιβές των εργαζομένων αυξήθηκαν κατά 20-25% την περίοδο 1933-39, φτάνοντας στα επίπεδα του 1928 (επίσης, του 1913) – ενώ ο πληθωρισμός ήταν της τάξης του 1%, γεγονός που σημαίνει ότι υπήρξε μεγάλη σταθερότητα. Η ανάπτυξη στηρίχθηκε από την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία διατήρησε τους φόρους σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα – κατά τη συνταγή του Keynes.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Εξέλιξη ανεργίας 1932 – 1937 σε εκατομμύρια

Έτη

1932

1933

1934

1935

1936

1937

Άνεργοι

6,02

4,80

2,71

2,15

1,59

0,91

Περαιτέρω, η μεγάλη εσωτερική ανάπτυξη δημιούργησε αυξημένες ανάγκες σε εισαγωγές ενέργειας και πρώτων υλών – για την χρηματοδότηση των οποίων η Γερμανία εξήγαγε βιομηχανικά προϊόντα. Οι εξαγωγές όμως δυσκολεύονταν, επειδή τα γερμανικά προϊόντα ήταν ακριβά – αφενός μεν λόγω της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών, αφετέρου λόγω της υποτίμησης των νομισμάτων των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων της (υποτίμηση εκ μέρους της Μ. Βρετανίας το 1931 και των Η.Π.Α. το 1933).

Ως εκ τούτου, τα συνήθη εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας μειώθηκαν σημαντικά, στερώντας της το ξένο συνάλλαγμα για την πληρωμή των εισαγωγών της.

Η βασική δυνατότητα της ήταν η υποτίμηση του νομίσματος, η οποία θα λειτουργούσε θετικά, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και τις εξαγωγές της. Όμως, η χώρα είχε ήδη από το 1920 μεγάλα εξωτερικά χρέη – οπότε, τυχόν υποτίμηση του νομίσματος της, θα αύξανε δυσανάλογα τα χρέη της (σε μάρκα). Θα αυξανόταν επίσης οι τόκοι των χρεών της, γεγονός που θα προκαλούσε ελλείμματα τόσο στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, όσο και στον προϋπολογισμό της.

Στα πλαίσια αυτά, η κυβέρνηση αποφάσισε εν πρώτοις να «αναστείλει» τις πληρωμές τόκων και δόσεων, όσον αφορά τα εξωτερικά χρέη της (Ιούνιος του 1933). Αργότερα, το 1934, μετέτρεψε όλες τις εξωτερικές απαιτήσεις της σε απαιτήσεις στο εθνικό νόμισμα – μία κίνηση, η οποία ήταν στη διακριτική της ευχέρεια (σε αντίθεση με τις υποχρεώσεις, οι οποίες απαιτούν τη συμφωνία και των δύο συναλλασσομένων).

Το γεγονός αυτό σήμαινε ότι, οι ξένοι έπρεπε να αγοράζουν τα προϊόντα της από την εγχώρια αγορά, από το εσωτερικό της δηλαδή, αφού μόνο εκεί αναγνωριζόταν το μάρκο ως νόμισμα για τη διενέργεια συναλλαγών. Επομένως, θα έπρεπε προηγουμένως να ανταλλάσσουν το νόμισμα τους με μάρκα, σαν να ήταν το μάρκο «αποθεματικό νόμισμα» – με αποτέλεσμα να μην είναι η Γερμανία εκτεθειμένη στις συναλλαγματικές διακυμάνσεις των άλλων.

Επειδή όμως οι τιμές των γερμανικών προϊόντων ήταν 30-40% υψηλότερες από τις τιμές στην παγκόσμια αγορά, μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να μειωθεί το εξωτερικό χρέος της χώρας. Εκτός αυτού, οι ακριβές τιμές των προϊόντων υποχρέωσαν ουσιαστικά τις επιχειρήσεις να τα τελειοποιούν – γεγονός που σημαίνει ότι, ως συνήθως, το συγκεκριμένο μειονέκτημα ήταν η αιτία της αριστοποίησης των γερμανικών προϊόντων και της φήμης του «Made in Germany».

Περαιτέρω, εκείνη την εποχή έμαθαν πιθανότατα οι Γερμανοί όχι μόνο να κατασκευάζουν προϊόντα υψηλής ποιότητας, αλλά και να επιβιώνουν με ένα ισχυρό νόμισμα – στοιχεία που τους βοήθησαν σημαντικά, μετά το τέλος του πολέμου. Εν τούτοις, δεν μπόρεσαν να αντιμετωπισθούν τα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών – με αποτέλεσμα να μειωθούν τα γερμανικά συναλλαγματικά αποθέματα (κατά 1 δις μάρκα, στα 84 εκ.)

Στα πλαίσια αυτά, η Γερμανία αναγκάσθηκε να υιοθετήσει ένα νέο σχέδιο – με στόχο τη ρύθμιση των εμπορικών συναλλαγών της με το εξωτερικό. Τα βασικότερα στοιχεία του ήταν τα εξής: Περιορισμός των εισαγωγών πρώτων υλών και τροφίμων, ενίσχυση των εξαγωγών με διάφορους τρόπους (επιδοτήσεις κλπ.), ανταλλαγή προϊόντων χωρίς την ανάγκη συναλλάγματος, καθώς επίσης μετατόπιση του εμπορίου από την δυτική Ευρώπη και τις Η.Π.Α., προς τη νότια Ευρώπη και τη λατινική Αμερική.

Το 1935 άρχισε να αποδίδει το σχέδιο, με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας να εμφανίζει ξανά πλεόνασμα – στα 111 εκ. μάρκα. Εκτός αυτού, μέσω του κρατικού ελέγχου, μπόρεσαν να επικεντρωθούν οι εισαγωγές στις απαραίτητες για την εξοπλιστική βιομηχανία πρώτες ύλες, ενώ περιορίσθηκαν σημαντικά οι συναλλαγές σε ξένα νομίσματα.

Ένα επί πλέον εργαλείο εξοικονόμησης συναλλάγματος ήταν η αύξηση της εγχώριας παραγωγής πρώτων υλών – 416% στο αλουμίνιο, 167% στο σιδηρομετάλλευμα, 123% στην ενέργεια και 44% στο λιθάνθρακα.

 .

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Όπως διαπιστώνουμε από τα παραπάνω υπάρχουν λύσεις, ακόμη και όταν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει μία χώρα είναι εξαιρετικά μεγάλα – αρκεί να υιοθετήσει ένα δικό της πρόγραμμα εξόδου από την κρίση, βασισμένο στις δικές της και μόνο δυνάμεις.

Αυτό ακριβώς θα πρέπει να κάνει και η Ελληνική κυβέρνηση, η οποία πρέπει να σταματήσει τις υποκλίσεις, καθώς επίσης τη διεθνή επαιτεία, κατά τα πρότυπα της αμέσως προηγούμενης – αυτής που είχε πρωθυπουργό τον Εφιάλτη του Καστελόριζου. Θα πρέπει επίσης να σταματήσει να λειτουργεί «φασιστικά», καλυμμένη πίσω από ένα ψεύτικο πέπλο δημοκρατίας – αναλαμβάνοντας η ίδια τα ηνία και εκδιώκοντας την Τρόικα.

Απαιτούνται βέβαια εθνική υπερηφάνεια, ικανότητες, θέληση και πειθώ – ενώ με τη βοήθεια ενός ολόκληρου λαού, εάν βέβαια πεισθεί ότι βαδίζει στο σωστό δρόμο, μπορούν να γίνουν πραγματικά θαύματα.

Εάν όμως η κυβέρνηση εξακολουθήσει να μην έχει κανένα δικό της σχέδιο για την Ελλάδα, με αποτέλεσμα να υπάρχει μόνο το μνημόνιο των ξένων και οι ανόητες, άκαρπες, κουτοπόνηρες προσπάθειες της να το καταστρατηγήσει όπου μπορεί, τότε η πατρίδα μας θα παραμείνει για πολλά χρόνια ακόμη δέσμια των δανειστών της.

Όσον αφορά τώρα το θέμα του εθνικοσοσιαλισμού, θα επανέλθουμε με τη συνέχεια της ανάλυσης, με το δεύτερο και το τελευταίο της μέρος δηλαδή (μέθοδοι χρηματοδότησης του εθνικοσοσιαλισμού, οικονομικά του πολέμου κλπ.), σε επόμενο κείμενο μας, έτσι ώστε να μην κουράσουμε περισσότερο.

Μέρος Β΄: Εθνικοσοσιαλισμός, η οικονομική πλευρά (β).


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading