Η Cosco και τα λιμάνια – The Analyst
Χωρίς κατηγορία

Η Cosco και τα λιμάνια

Είναι συχνές οι αναφορές, σχετικά με την αναγκαιότητα ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα, έτσι ώστε να ξεπερασθεί η κρίση – η ύφεση και η ανεργία καλύτερα, αφού αυτά είναι τα μεγάλα μας προβλήματα.

Η θέση μας είναι ότι, πριν από όλα πρέπει να επενδύσουν οι Έλληνες – αφού δεν είναι δυνατόν να αναζητάμε ξένους επενδυτές, όταν εμείς οι ίδιοι δεν επενδύουμε, κυρίως λόγω της αστάθειας του φορολογικού πλαισίου, της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς κοκ.

Εκτός αυτού, πριν αναζητήσουμε νέες επενδύσεις, θα πρέπει να «συγκρατήσουμε» τις υφιστάμενες – τις δικές μας εταιρείες δηλαδή, αφού όλο και περισσότερες «μεταναστεύουν» στο εξωτερικό, πιθανότατα επειδή αδυνατούν να ανταπεξέλθουν απέναντι στο διεθνή ανταγωνισμό, έχοντας την έδρα τους στην Ελλάδα.

Ανεξάρτητα όμως από αυτά, οι ξένες επενδύσεις είναι προφανώς ευπρόσδεκτες και θα πρέπει να επιδιωχθούν με κάθε τρόπο – όχι όμως με κάθε θυσία ή με δυσανάλογο κοινωνικό κόστος, όπως συμπεραίνει δυστυχώς κανείς, διαβάζοντας τα παρακάτω:

Στο λιμάνι της Νάπολης δραστηριοποιείται η σημαντικότερη ναυτιλιακή εταιρεία της Κίνας, η COSCO, η οποία κατέχει τον τρίτο μεγαλύτερο στόλο στον κόσμο” γράφει ο R.Saviano. “Έχει αναλάβει τη διαχείριση του μεγαλύτερου τερματικού σταθμού κοντέινερ, σε κοινοπραξία με την MSC – η οποία κατέχει το δεύτερο μεγαλύτερο στόλο στον κόσμο και εδρεύει στη Γενεύη” συνεχίζει ο Ιταλός.

“Ελβετοί και Κινέζοι ενώθηκαν σε κοινοπραξία και αποφάσισαν να επενδύσουν στη Νάπολη το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων τους……Θα έπρεπε να διευρύνουμε υπερβολικά τη φαντασία μας, για να προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε πως είναι δυνατόν το εύρος της κινεζικής παραγωγής να αποτίθεται στο κατώφλι του ναπολιτάνικου λιμανιού.

Τα προϊόντα έχουν πολλές υπηκοότητες – υβριδικές και νόθες. Τα μισά γεννιούνται στην κεντρική Κίνα, αργότερα ολοκληρώνονται σε κάποια σλαβική περιφέρεια, τελειοποιούνται στη βορειοανατολική Ιταλία και συσκευάζονται στα Τίρανα, για να καταλήξουν σε κάποια εμπορική αποθήκη της Ευρώπης……..Σήμερα στη Νάπολη εκφορτώνονται εμπορεύματα, τα οποία προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από την Κίνα – 1.600.000 τόνοι είναι αυτά που καταγράφονται.

Τουλάχιστον άλλο 1.000.000 τόνοι περνούν από το λιμάνι χωρίς να αφήσουν ίχνος. Σύμφωνα με την υπηρεσία τελωνείων, μόνο στο λιμάνι της Νάπολης το 60% ων εμπορευμάτων διαφεύγει τον έλεγχο του τελωνείου – το 20% των δελτίων αποστολής δεν ελέγχεται, ενώ διενεργούνται περίπου 50.000 παραποιήσεις εγγράφων.

Τα κοντέινερ, τα οποία πρέπει να εξαφανιστούν προτού ελεγχθούν, ευρίσκονται στις πρώτες σειρές. Κάθε κοντέινερ είναι κανονικά αριθμημένο – υπάρχουν όμως πολλά με την ίδια ακριβώς αρίθμηση. Έτσι, ένα ελεγμένο κοντέινερ «βαφτίζει» αυτόματα όλα τα ομώνυμα του, αυτά δηλαδή που έχουν το ίδιο νούμερο, σε παράνομα, τα οποία πρέπει να εξαφανιστούν.

Με αυτόν τον τρόπο, ένα μεγάλο μέρος των κινεζικών εμπορευμάτων κυκλοφορεί αφορολόγητο. Οι χονδρέμποροι τα αποκτούν, χωρίς να πληρώσουν δασμούς και εφορία…..Οι τιμές πρέπει να πέσουν, όλα πρέπει να κινηθούν γρήγορα, κρυφά. Οι τιμές πρέπει να «συρρικνωθούν», μέχρι να φτάσουν σε αυτές που ζητάει η αγορά. Αναπάντεχο οξυγόνο για τους Ιταλούς και Ευρωπαίους εμπόρους”.

Δηλητηριώδες μονοξείδιο για τους ντόπιους «Βιοτέχνες», συμπληρώνουμε εμείς, οι οποίοι είναι αδύνατον να ανταγωνιστούν τα «λαθραία» κινέζικα προϊόντα, χωρίς την προστασία των δασμών και των φόρων – τους οποίους καλούνται οι ίδιοι να πληρώσουν (για να παραμείνει υγιές το κράτος τους), τόσο για τον εαυτό τους, όσο και για τους Κινέζους λαθρέμπορους.

Έτσι, συντελείται η αποβιομηχανοποίηση της Ευρώπης και η εξάρτηση της, τουλάχιστον σε πολλά καταναλωτικά είδη, από την Κίνα – μία ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της ΕΕ, έξυπνα τοποθετημένη από τις πολυεθνικές, τον κυρίαρχο του σύμπαντος.

Οι αυτονόητοι «συνειρμοί» μας, σε σχέση με την μακροπρόθεσμη ενοικίαση του λιμανιού του Πειραιά, καθώς επίσης με το που οδηγείται η Ευρώπη, θεωρούμε ότι είναι απόλυτα αιτιολογημένοι. Πόσο μάλλον όταν διαβάζουμε ένα επόμενο μέρος του βιβλίου, αναφορικά με τις νέες συνθήκες ανελέητου ανταγωνισμού, με τη χολέρα καλύτερα, με την οποία «μόλυναν» οι Κινέζοι την Ιταλία:

Ο Σιάν (κινέζος στη Νάπολη) έπρεπε να λάβει μέρος σε έναν πλειστηριασμό – σε έναν διαγωνισμό δηλαδή για την ανάληψη της παραγωγής ενδυμάτων, για λογαριασμό (φασόν) μίας πολυεθνικής. Στην αίθουσα περίμεναν γύρω στα 20 άτομα, τα οποία εκπροσωπούσαν τις εταιρείες τους…..Κάποιος τράβηξε τρεις κάθετες γραμμές στον πίνακα που βρισκόταν στην αίθουσα του πλειστηριασμού. Άρχισε να γράφει όσα του υπαγόρευε η γυναίκα, η οποία διεύθυνε τη διαδικασία.

800 – ήταν ο αριθμός των ενδυμάτων που έπρεπε να παραχθούν. «40 Ευρώ το κομμάτι», πρότεινε ένας επιχειρηματίας. Η πρόταση που γράφτηκε ήταν 800-40-2 και εννοούσε 800 ενδύματα προς 40 € το ένα, έτοιμα μέσα σε δύο μήνες…..Τελικά έγινε αποδεκτή η τελευταία πρόταση ενός επιχειρηματία-φασονίστα, η οποία ήταν 800-20-25. Δηλαδή, 20 € το κομμάτι, έτοιμα μέσα σε 25 ημέρες.

Όταν το έμαθαν οι Ιταλίδες εργάτριες του επιχειρηματία που κέρδισε το διαγωνισμό, ανέβηκαν για να πιούν ένα ποτήρι κρασί και να το γιορτάσουν. Στο εξής βέβαια τα ωράρια τους θα ήταν πολύ σκληρά: Από τις 6 το πρωί έως τις 9 το βράδυ, με διάλειμμα μίας ώρας για φαγητό, χωρίς αμοιβή για τις υπερωρίες. Έτσι μόνο μπορούσαν να ανταγωνιστούν τους κινέζους «συναδέλφους» τους.

Φυσικά, οι πολυεθνικές πληρώνουν μόνο αφού ολοκληρωθεί η εργασία που αναθέτουν με διαγωνισμό – για την ακρίβεια, μόνο αφού εγκριθεί η εργασία. Οι μισθοί, το κόστος παραγωγής, ακόμη και η αποστολή των έτοιμων εμπορευμάτων, προκαταβάλλονται από τους παραγωγούς, οι οποίοι συνήθως δανείζονται από τους τοκογλύφους της τοπικής μαφίας”.

Αυτό είναι λοιπόν ουσιαστικά το άνοιγμα των επαγγελμάτων και η απελευθέρωση των αγορών, όσον αφορά τους απασχολουμένους – επιχειρηματίες και απλούς εργαζομένους. Αυτή είναι η άναρχη παγκοσμιοποίηση, η οποία αργά ή γρήγορα θα εκβάλλει στον ολοκληρωτισμό – αφού αποκρατικοποιηθεί εντελώς η εξουσία.

Βέβαια, για να ολοκληρωθεί η εικόνα των καταστροφικών παρενεργειών, τις οποίες προκαλεί σκόπιμα ο κινεζικός ιός, η σύγχρονη πανώλη καλύτερα, είναι απαραίτητη η προσθήκη ενός τρίτου μέρους του βιβλίου:

Η οδός Μπακού στη Νάπολη είναι ένα ατελείωτο «πηγαινέλα» εμπόρων ναρκωτικών. Οι πελάτες έρχονται, πληρώνουν, παίρνουν και φεύγουν. Μερικές φορές σχηματίζονται ακόμη και ουρές αυτοκινήτων, πίσω από τους εμπόρους. Κυρίως τα Σαββατόβραδα. Και τότε μεταφέρονται από άλλες πιάτσες καινούργια βαποράκια στην περιοχή. …Κάθε φορά που συλλαμβάνονται βαποράκια, καλούνται άλλοι για να τους αντικαταστήσουν – τοξικομανείς ή συνήθεις χρήστες της περιοχής, οι οποίοι διατίθενται να εργασθούν σαν βαποράκια, σε περίπτωση ανάγκης. Το εμπόριο πρέπει να συνεχίζεται χωρίς διακοπή”.

Οι γονείς των παιδιών αυτών, Ιταλοί και μετανάστες, «στοιβαγμένοι» από το πρωί ως τη νύχτα σε κάποιο σκοτεινό υπόγειο, παράγουν ανταγωνιστικά, φθηνά δηλαδή, τα προϊόντα για τις πολυεθνικές. Προφανώς δεν έχουν καθόλου χρόνο για να ασχοληθούν με τα παιδιά τους.

Τι θα συμβεί άραγε με τα παιδιά των παιδιών τους, όταν τα ίδια θα αναγκασθούν κάποτε να δουλέψουν κάτω από ακόμη πιο «νεοφιλελεύθερες» συνθήκες άκρατου ανταγωνισμού, βιώνοντας μία ακόμη πιο εξαθλιωμένη ζωή;


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading