Η λεηλασία της Τουρκίας – Σελίδα 3 – The Analyst
ΜΑΚΡΟ-ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ

Η λεηλασία της Τουρκίας

.

Η επόμενη ημέρα

Μεταξύ των ετών 2002 και 2005 η οικονομία αυξανόταν με έναν ρυθμό της τάξης του 7,2% ετήσια – με τις εξαγωγές να διπλασιάζονται στο ίδιο χρονικό διάστημα (μία μάλλον μέτρια «επίδοση», εάν υπολογίσει κανείς την τεράστια υποτίμηση του νομίσματος κατά 96%, καθώς επίσης τις μειώσεις των μισθών). Φυσικά δε, μόλις το 20% του πληθυσμού της χώρας είχε κάποιο όφελος από  την ανάπτυξη – με την περιοχή της Κωνσταντινούπολης να απολαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος των «νέων» εισοδημάτων της χώρας.

Οι αμοιβές των εργαζομένων συνέχισαν να μειώνονται μέχρι και το 2006, ενώ η διαφορά τους, σε σχέση με το 2000, διαμορφώθηκε στο -30,2% (πηγή:O.Onaran). Δηλαδή, οι ονομαστικοί μισθοί των εργαζομένων στην Τουρκία το 2006 ήταν κατά 30% περίπου χαμηλότεροι, σε σχέση με το 2000 (οι πραγματικές αμοιβές το 2007 ήταν χαμηλότερες κατά -21,5%, σε σχέση με το 1979 – παρά τη συνεχή αύξηση της παραγωγικότητας και του ΑΕΠ της χώρας).

Ειδικά στον ιδιωτικό τομέα, επιβλήθηκαν μεγάλες μειώσεις στους μισθούς, υπό το φόβο της ανεργίας – ενώ τα συνδικάτα των εργαζομένων αποδέχθηκαν ακόμη και απολύσεις, χωρίς αποζημιώσεις. Το 2005, ο βασικός μισθός ενός δεκαεξάχρονου ήταν 350 νέες τουρκικές λίρες (200 €), ενώ το επίσημο όριο της φτώχειας για μία τετραμελή οικογένεια 1.600 λίρες (915 €) – δηλαδή, ο βασικός μισθός ήταν περίπου 4,5 φορές χαμηλότερος από το όριο της φτώχειας, ενώ μόλις το 48% των εργαζομένων ήταν ασφαλισμένοι.           

Συνεχίζοντας, ο πληθωρισμός περιορίσθηκε σε μονοψήφια μεγέθη για πρώτη φορά μετά από 37 έτη, ενώ το έλλειμμα του προϋπολογισμού μειώθηκε στο -7%το 2004. Στην πραγματικότητα βέβαια, ήταν (συνεχίζει να είναι) πολύ δύσκολο να διαπιστώσει κανείς τα πραγματικά οικονομικά μεγέθη της Τουρκίας, αφού «αποτυπώνονταν» κάθε φορά με διαφορετικούς τρόπους – ενώ ήταν «επηρεασμένα» από την ιδιαίτερα στενή συνεργασία της νέας τουρκικής κυβέρνησης με το ΔΝΤ. Έτσι λοιπόν, όπως αναφερόταν το 2005 από το ΔΝΤ, το δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ περιορίσθηκε από 91% το 2001, στα 63,5% το 2004 – παράλληλα με τη σημαντικότατη μείωση του πληθωρισμού, σε επίπεδα της τάξης του 10%.

Οι αριθμοί όμως αυτοί ήταν (είναι) σε μεγάλο βαθμό «παραπλανητικοί», επειδή οφείλονταν στην έντονα υπερτιμημένη τότε τουρκική λίρα. Εάν δηλαδή εξέταζε κανείς τα μεγέθη χωρίς τη «νομισματική επίδραση», τότε θα διαπίστωνε πως το δημόσιο χρέος αυξήθηκε ουσιαστικά κατά 50% – παράλληλα με την τεράστια αύξηση των εισαγωγών. Απλούστατα λοιπόν, η υπερτιμημένη λίρα περιόριζε το κόστος των εισαγωγών, μείωνε το εξωτερικό, καθώς επίσης το δημόσιο χρέος, ενώ λειτουργούσε αποπληθωριστικά – ένα πραγματικά εξαιρετικό τέχνασμα του «Ταμείου» το οποίο, αφενός μεν εξυπηρέτησε τα μέγιστα την είσοδο των ξένων κερδοσκοπικών κεφαλαίων, με στόχο τη λεηλασία του δημοσίου/ιδιωτικού πλούτου της Τουρκίας, αφετέρου δε τη «διαιώνιση» των προβλημάτων της χώρας (αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο κλπ.), έτσι ώστε να παραμένει σταθερά «στον ορό του ΔΝΤ».              

Περαιτέρω, τόσο το δημόσιο χρέος (ειδικά για μία χώρα με σχετικά περιορισμένες υποδομές και ξεπουλημένα πλέον περιουσιακά στοιχεία), όσο και το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου, παραμένουν επικίνδυνα υψηλά  – παρά το ότι εισπράχθηκαν άνω των 20 δις $ από τις ιδιωτικοποιήσεις. Πρέπει να επισημάνουμε βέβαια το γεγονός ότι, οι ιδιωτικοποιήσεις ξεκίνησαν/ολοκληρώθηκαν ουσιαστικά μετά το 2005 – από τη  νέα κυβέρνηση της χώρας. Το γεγονός αυτό μας κάνει να αναρωτιόμαστε για ποιόν ακριβώς λόγο θεωρείται ικανός «ηγέτης» ο νυν πρωθυπουργός της Τουρκίας, ο οποίος ουσιαστικά συνθηκολόγησε με τους «κατακτητές» της.   

Μία μεγάλη «απειλή» για την Τουρκία ήταν (και είναι) η ισοτιμία της λίρας, η οποία αντικαταστάθηκε την 1η Ιανουαρίου του 2005 από τη νέα τουρκική λίρα (με έξι μηδενικά λιγότερα). Ειδικότερα, αν και το συνολικό δημόσιο χρέος της Τουρκίας ήταν το 2004 σε απόλυτα νούμερα 235,8 δις $, σε «μετρήσιμα μεγέθη» ήταν καταχωρημένο με 198,7 δις $ – λόγω της ανατίμησης της λίρας (είχε αρχικά υποτιμηθεί, το 2001 δηλαδή, κατά -96%). Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός (αν και τα μεγέθη του είναι σε μεγάλο βαθμό «σχετικά»):

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι:  «Σχετικά» μεγέθη της Τουρκίας (ΑΕΠ, Εξαγωγές, Εισαγωγές σε δις $, κατά κεφαλήν εισόδημα σε $)

Μεγέθη

2002

2005

2008

 

 

 

 

Ρυθμός ανάπτυξης

7,90%

7,60%

4,00%

ΑΕΠ*

180,90

374,80

455,50

ΑΕΠ σε ΑΔ**

./.

575,7

750,0

Κατά κεφαλή ΑΕΠ

2.598

5.008

6.113

Πληθωρισμός

44,4%

7,7%

10,1%

Εξαγωγές

36,06

72,10

125,80

Εισαγωγές

51,55

115,70

201,82

Εμπορικό έλλειμμα

-15,49

-43,60

-76,02

Έλλειμμα Προϋπ.***

-24,84

-2,35

-11,05

Έλλειμμα /ΑΕΠ****

-13,73%

-0,63%

-2,42%

Ανεργία

10,35%

10,00%

9,70%

Δημόσιο χρέος

134,40

181,80

289,30

Δημόσιο χρέος/ΑΕΠ

74,29%

48,50%

63,51%

* Η αύξηση του ΑΕΠ μεταξύ των ετών 2002 και 2005 δεν φαίνεται σωστή, με κριτήριο το ρυθμό ανάπτυξης. Εν τούτοις, έχει γραφτεί με βάση την πηγή του Πίνακα (ενδεχομένως να είναι το αποτέλεσμα της ανατίμηση της λίρας ως προς το δολάριο).

** ΑΕΠ σε συγκριτική αγοραστική αξία

*** Σε δις €. Μειώθηκε το 2005 λόγω της πώλησης δημόσιας περιουσίας. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού διπλασιάστηκε το 2009, στα -29,57 δις €    

**** Εκτινάχθηκε στο -6,7% το 2009 (με σχέση 1:1 για € και $)

Πηγή: Συνδυασμός WP και Eurostat    Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Το 65% του ΑΕΠ προέρχεται πια από τις υπηρεσίες, το 25% από τη βιομηχανία, ενώ μόλις το 10% από τη γεωργία – με την πληθώρα όμως των επιχειρήσεων στα χέρια των ξένων (οι εξαγωγές αυτοκινήτων το 2005, ξένων βιομηχανιών προφανώς, ξεπέρασαν τα 13,7 δις $). Στο τέλος του 2007, οι ξένες κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις στην Τουρκία ήταν περίπου 18.000 – εκ των οποίων πάνω από 3.000 γερμανικές.

.

Όπως συμπεραίνουμε από τον Πίνακα Ι το δημόσιο χρέος, παρά το ότι μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ, διπλασιάστηκε σε απόλυτα μεγέθη το 2008, σε σχέση με το 2002 – παρά το ότι ιδιωτικοποιήθηκαν οι μεγάλες κρατικές εταιρείες, αποφέροντας σημαντικά ποσά στα ταμεία της χώρας. Το εμπορικό έλλειμμα δε της Τουρκίας διατηρεί την αυξητική του πορεία – γεγονός που προφανώς σημαίνει ότι η ανταγωνιστικότητα της, παρά την τεράστια μείωση των αμοιβών των εργαζομένων της, συνεχίζει να παραμένει χαμηλή.

Εάν δε υπενθυμίσουμε πως το κατά κεφαλήν εισόδημα της Τουρκίας (6.000 $) είναι περίπου πέντε φορές χαμηλότερο από αυτό της Ελλάδας (περί τα 30.000 $), τότε θα καταλάβουμε ότι τόσο οι ρυθμοί ανάπτυξης της, όσο και η «πικρή» θεραπεία του ΔΝΤ, οδηγήθηκαν σε ξένα «ταμεία» – επίσης όμως την τεράστια απειλή της πατρίδας μας, από μία ενδεχόμενη άλωση της από τους συνδίκους του διαβόλου.

Ίσως οφείλουμε να συμπληρώσουμε εδώ ότι, το ποσοστό της φοροδιαφυγής υπολογίζεται στο 26,22% του ΑΕΠ της Τουρκίας (πηγή WP για το 2005) – γεγονός που σημαίνει ότι το κράτος, σε απόλυτους αριθμούς, χάνει περίπου έσοδα ύψους 9-11 δις $ ετησίως (2,94% του ΑΕΠ, με συντελεστή φορολόγησης τότε στο 20%).

Αυτό θα βοηθήσει να κατανοήσουμε την σκόπιμα  εσφαλμένη «μετάφραση» κάποιων εννοιών στην Ελλάδα – όπου το ποσοστό της φοροδιαφυγής επί του ΑΕΠ θεωρείται ταυτόσημο με τα διαφυγόντα έσοδα του δημοσίου. Προφανώς τα εισοδήματα που (κακώς) φοροδιαφεύγουν, δεν θα φορολογούνταν με 100%, αλλά με τον εκάστοτε ισχύοντα συντελεστή – αφαιρουμένων των εξόδων. Κατά την άποψη μας δε, η φοροαποφυγή των πολυεθνικών, ειδικά στις χώρες που έχουν αλώσει με τη βοήθεια του ΔΝΤ, είναι απείρως υψηλότερη.   

Περαιτέρω στο θέμα μας, με δεδομένο ότι η ανάπτυξη (διόγκωση καλύτερα) της Τουρκίας στηρίχθηκε κυρίως στην ανοικοδόμηση (το 30% των συνολικών επενδύσεων του 2010 κατευθύνθηκε στις ανέγερση κτιρίων – ειδικά στην Κωνσταντινούπολη και μέσω μεγάλων «πιστωτικών διευκολύνσεων», η «ποιότητα» των οποίων θα φανεί αργότερα), ενώ το πρόβλημα του ελλειμματικού εμπορικού ισοζυγίου της συνεχώς επιδεινώνεται (-8,9% του ΑΕΠ το 2010, με αυξανόμενο ρυθμό), έχουμε την άποψη ότι, εφόσον δεν συμβεί κάτι εντελώς διαφορετικό, η Τουρκία θα καταλήξει ξανά σε μία νέα κρίση – αυτή τη φορά χωρίς να διαθέτει σημαντική δημόσια περιουσία, προς εξασφάλιση νέων δανείων.

Το ενδεχόμενο αυτό ενισχύεται ακόμη περισσότερο από το ότι, η μετά-ΔΝΤ πολιτική ηγεσία της χώρας, η οποία κυβερνάει από το 2002, έχει στηρίξει την «ηγεμονία» της στην ανάπτυξη – οπότε είναι εύλογα επιρρεπής σε μεγάλα «σφάλματα» οικονομικής πολιτικής (όπως μάλλον είναι τα νέα μεγάλα έργα που ανακοινώθηκαν). Εάν λοιπόν κάποια στιγμή τα κερδοσκοπικά κεφάλαια που «εισέρρευσαν» μαζί με το ΔΝΤ στη χώρα, κεφάλαια τα οποία λειτουργούν πολλές φορές σαν φοβισμένη «αγέλη ζώων», εγκαταλείψουν ξαφνικά την Τουρκία, η προηγούμενη κρίση της θα θεωρηθεί μάλλον «αμελητέα».  

Η μόνιμη σχέση ΔΝΤ – Τουρκίας

Οι σχέσεις της Τουρκίας με το ΔΝΤ”, διαβάζαμε στον Τύπο το 2010, “αποτελεί ένα ιδιαίτερα μεγάλο κεφάλαιο. Οι δύο πλευρές συζητούν περίπου δύο χρόνια για τη σύναψη ενός έκτακτου δανείου, ύψους 20 δις $. Το νέο αυτό δάνειο αποτελεί ουσιαστικά αναπροσαρμογή παλαιότερου δανείου 10 δις $, το οποίο είχε λάβει η Τουρκία από τον διεθνή οργανισμό (έληξε τον Δεκέμβριο του 2008).

Η τουρκική κυβέρνηση, εδώ και μήνες, ισχυρίζεται ότι ολοκληρώνεται σύντομα η συμφωνία – με αποτέλεσμα να εντείνεται η απογοήτευση τόσο των επενδυτών, όσο και της επιχειρηματικής κοινότητας της χώρας. Θεωρείται βέβαιο ότι το ΔΝΤ ασκεί έντονες πιέσεις στην κυβέρνηση, για να εφαρμοστεί ένα νέο υποχρεωτικό πρόγραμμα λιτότητας. Φυσικά δεν προβλέπονται αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι ήλπιζαν ότι θα ισοσταθμίσουν κάπως τις απώλειες των εισοδημάτων τους, προερχόμενες από την πτώση της τιμής της λίρας.

Η οικονομική σταθεροποίηση, σε συνδυασμό με την συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών που απαιτεί το ΔΝΤ («απελευθέρωση» των πάντων, εκμηδενισμός των μισθών, αύξηση των ωρών και των χρόνων εργασίας, περιορισμός των κοινωνικών παροχών κλπ.), αποτελούν καθοριστικό βήμα στην περαιτέρω διεθνοποίηση της τουρκικής οικονομίας. Βέβαια, αυτή η τακτική του ΔΝΤ ενοχλεί σε μεγάλο βαθμό την τουρκική κυβέρνηση, η οποία όμως δεν έχει εναλλακτικό τρόπο επιβίωσης – αν και προσπαθεί απεγνωσμένα να το κρύψει από τους ψηφοφόρους της.   

Τόσο στους ακαδημαϊκούς κύκλους, όσο και στις τηλεοπτικές εκπομπές, η «μόνιμη σχέση» ΔΝΤ-Τουρκίας συζητείται έντονα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα – ένα διαρκώς επαναλαμβανόμενο σενάριο, από πολλές δεκαετίες. Όταν η Τουρκία αντιμετωπίζει προβλήματα, όπως συνήθως συμβαίνει, ευρίσκονται πρόθυμοι ξένοι δανειστές – οι οποίοι τοποθετούν κερδοσκοπικά τα χρήματα τους, χρεώνοντας τοκογλυφικά επιτόκια, σε ένα πηγάδι που μοιάζει να μην έχει πυθμένα”.

 Επίλογος

“Η επιτυχία της επέκτασης των πολυεθνικών με τη βοήθεια των κρίσεων χρέους στη Ν. Αμερική, στην Ασία, στην Τουρκία και αλλού, έχει αποφέρει στις ίδιες τόσο εντυπωσιακά κέρδη, ώστε να διψούν για συνεχώς νέες κατακτήσειςΣτα σχέδια τους πια δεν συμπεριλαμβάνονται μόνο οι αναπτυσσόμενες οικονομίες, αλλά και οι πλούσιες χώρες της Δύσης – όπου τα κράτη ελέγχουν ακόμη πιο προσοδοφόρα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν επικερδώς οι ιδιωτικές εταιρείες: τηλεφωνικές επικοινωνίες, λιμάνια, μεταφορές, αεροδρόμια, εταιρείες ηλεκτρισμού, εταιρείες ύδρευσης κλπ”.  

Με κριτήριο την τραυματική εμπειρία της Τουρκίας, την οποία προσπαθήσαμε να αποδώσουμε περιληπτικά όσο καλύτερα γινόταν, συμπεραίνεται χωρίς καμία αμφιβολία ότι, η προσέγγιση του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην επίλυση των προβλημάτων χρέους, συνίσταται στη «μετακύλιση» ολόκληρου του κοινωνικού κόστους στα ασθενή εισοδηματικά στρώματα – επειδή αυτά αποτελούν την συντριπτική, αλλά και αδύναμη πλειοψηφία.

Επίσης συμπεραίνεται πως η σχέση μίας χώρας με το ΔΝΤ δεν είναι σε καμία περίπτωση χρονικά περιορισμένη – ενώ δεν λύνει κανένα από τα πραγματικά προβλήματα της Οικονομίας της. Τέλος ότι, η αλλαγή της εκάστοτε κυβέρνησης, του «τρέχοντος» κόμματος εξουσίας καλύτερα, δεν σημαίνει ουσιαστικά τίποτα για τους συνδίκους του διαβόλου – αντίθετα, έχει μάλλον προϋπολογισθεί, με την υφιστάμενη κυβέρνηση να θεωρείται «νομοτελειακά αναλώσιμη».

Στο παράδειγμα της Τουρκίας, η νέα κυβέρνηση και όχι η παλαιά, ήταν αυτή που αφενός μεν «διεύρυνε» την εξαθλίωση των Πολιτών της, αφετέρου ξεπούλησε σχεδόν το σύνολο της δημόσιας περιουσίας – παραμένοντας σταθερά «υποτελής» του Καρτέλ και των τοκογλύφων, χωρίς παραδόξως να διακινδυνεύει την εκλογική της δύναμη. Φυσικά το ξεπούλημα έγινε «έντεχνα», αφού ακολούθησε 2-3 έτη μετά την εκλογική της νίκη και τη σταθεροποίηση της στην εξουσία. 


Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.

Discover more from The Analyst

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading